Γιάννης Σταύρου, Εκκλησσάκι στην Αττική, λάδι σε καμβά

Αναστάτωση και σύγχυση έχει προκληθεί με τη «Νέα Ελληνική Γραμματική» της Ε’ και ΣΤ’ δημοτικού αναφορικά με τα φωνήεντα, τα σύμφωνα και τους φθόγγους.

 Σύμφωνα με καταγγελία του συλλόγου δασκάλων Ανατολικής Αττικής ο μαθητής ή ο αναγνώστης που θα διαβάσει το βιβλίο θα μάθει ότι τα φωνήεντα της ελληνικής γλώσσας είναι τα εξής: α, ε, ι, ο και ου.
Οι αλλαγές επεκτείνονται και στα σύμφωνα, καθώς ούτε αυτά έμειναν ανέπαφα, με τα «ντ», «μπ» και «γκ» να συγκαταλέγονται σε αυτά τη στιγμή που απουσιάζουν τα «ξ» και «ψ».
«Με μεγάλη μας έκπληξη διαπιστώσαμε πως πρόσφατα (Νοέμβριος 2011) διανεμήθηκε προς διδασκαλία, στα δημοτικά σχολεία της χώρας μας ένα καινούργιο βιβλίο γραμματικής, για την Ε΄ και ΣΤ΄ τάξη, αντικαθιστώντας την μέχρι τώρα ισχύουσα γραμματική του Μανώλη Τριανταφυλλίδη, η οποία εδιδάσκετο πλέον των 30 χρόνων.
Σύμφωνα με την καινούργια γραμματική που συντάχθηκε από τους: κ. Ειρήνη Φιλιππάκη – Warburton, κ. Μιχάλη Γεωργιαφέντη, κ. Γεώργιο Κοτζόγλου και την κ. Μαργαρίτα Λουκά και εκδόθηκε από τον Οργανισμό Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, με την ευθύνη του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, ανακαλύπτουμε πως:
τα φωνήεντα της Ελληνικής Γλώσσας είναι 5 (πέντε)!!! Τα: α, ε, ι, ο, και το ου. Καθώς και ότι τα φωνήεντα η, υ, ω έχουν καταργηθεί!!!
Και τα σύμφωνα από 17, έμειναν μόνον τα 15!!! Τα ξ και ψ δεν υπάρχουν πλέον!!!», σημειώνεται σε άρθρο που αναρτήθηκε στη σελίδα του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης «Αλέξανδρος Δελμούζος».
Ο Σύλλογος από την πλευρά του κρατά αποστάσεις, σημειώνονται πως ο υπογράφων του άρθρου είναι υπεύθυνος για τα όσα γράφει και σε καμιά περίπτωση αυτό δεν σημαίνει ότι τα συγκεκριμένα άρθρα εκφράζουν τις θέσεις του Συλλόγου.
Διαβάστε αναλυτικά τι αναφέρει η Ειρήνη Φιλιππάκη – Warburton, που συμμετείχε στη σύνταξη της καινούριας γραμματικής, και πώς αιτιολογεί το «λανθασμένο συμπέρασμα» πως η ελληνική γλώσσα έχει επτά φωνήεντα.
«Είναι ξεκάθαρο εδώ,  λοιπόν,  ότι η λέξη γράµµατα σηµαίνει γενικά την παιδεία. Χαρακτηριστικό είναι και το τραγούδι.
‘Εγώ γράµµατα δεν έµαθα και στο σχολειό δεν πήγα αλλά ξέρω πως 2+2 κάνουν 4 και πως τα φωνήεντα είναι εφτά..’
Ο απλός αυτός στίχος τα λέει όλα. Το γεγονός ότι ο τραγουδιστής πιστεύει πως τα φωνήεντα της Ελληνικής είναι εφτά, δείχνει ότι λειτουργεί µέσα στον γραπτό λόγο όπου έχουµε όντως 7  γραφήµατα ι,  η,  υ, ε,  α,  ο, ω,  που προφέρονται ως φωνήεντα, ενώ στον προφορικό έχουµε µόνο τέσσερα (πέντε αν προσθέσουµε το δίψηφο ‘ου’ που συµβολίζει το φωνήεν /υ/). Ας το πούµε και λίγο διαφορετικά. Με την όραση, µέσα σε γραπτά κείµενα, διαφοροποιούµε και αναγνωρίζουµε 7  γραφήµατα και αυτό µας οδηγεί στο λανθασµένο συµπέρασµα ότι η ελληνική γλώσσα έχει 7 φωνήεντα.
Το συµπέρασµα αυτό απορέει από το γεγονός ότι κατά τους ελληνιστικούς χρόνους που αναπτύχθηκε η γραµµατική, η γλώσσα που αποτελούσε το αντικείµενο της γραµµατικής, ήταν η γραπτή γλώσσα. Αυτή η ιδέα οδήγησε στη υπόθεση ότι η γραπτή γλώσσα αποτελεί την αυθεντική ελληνική ενώ ο προφορικός λογος θεωρήθηκε,  και ακόµα θεωρείται, λανθασµένος,  ατελής και ‘εκφραση της γλώσσας των αµόρφωτων.  Η έµφαση που είχε δοθεί για πολλά χρόνια και ακόµα υπάρχει, σε κάποιο βαθµό, στον γραπτό λόγο είχε ως αποτέλεσµα να θεωρηθεί ο προφορικός λόγος ανάξιος µελέτης», σημειώνει σε κάποιο σημείο η Ειρήνη Φιλιππάκη – Warburton.
Με τη συζήτηση στο διαδίκτυο να έχει πάρει φωτιά, σε απάντηση του εκπαιδευτικού που έγραψε το συγκεκριμένο άρθρο υποστηρίζεται ότι τα η, υ και ω δεν καταργήθηκαν.
«Αν κάνετε τον κόπο να πάτε στην επίμαχη γραμματική, θα δείτε ότι στη σελ. 35 δεν λέει ότι η ελληνική γλώσσα έχει 23 γράμματα αλλά ότι έχει 23 φθόγγους.
Φθόγγους, όχι γράμματα! Γι’ αυτό άλλωστε και γράφονται μέσα σε αγκύλες, [α], [ι] κτλ. όπως πληροφορεί η υποσημείωση στη σελ. 34.
Και στη σελίδα 39 δηλώνεται ολοκάθαρα ότι τα ελληνικά έχουν 24 γράμματα, όπως ξέρουν βέβαια όλα τα παιδιά που θα χρησιμοποιήσουν το βιβλίο αφού, μην ξεχνάμε, διδάσκεται στην 5η δημοτικού, σε μαθητές που έχουν μάθει ανάγνωση και γραφή προ πολλού! Και στη σελ. 40 υπάρχει αντιστοίχιση φθόγγων και γραμμάτων του αλφαβήτου, ενώ στη σελ. 41 υπάρχει άσκηση όπου τα παιδιά καλούνται να βρουν πόσους φθόγγους έχουν διάφορες λέξεις, π.χ. παίζουμε: 8 γράμματα αλλά έξι φθόγγοι.
Μπορεί η εκ Ραφήνας συντάκτρια να πέφτει από τα σύννεφα, και να επικαλείται τη γραμματική Τριανταφυλλίδη, αλλά το ότι η γλώσσα μας έχει πέντε φωνήεντα δεν είναι καθόλου καινοφανές.
Το λέει, ακριβώς έτσι, η γραμματική Τριανταφυλλίδη την οποία επικαλείται (χωρίς προφανώς να την έχει ανοίξει), στη σελ. 13 (μιλάω για την ανατύπωση του 2002, ιδού το σχετικό απόσπασμα):
Φωνήεντα έχομε στη γλώσσα μας πέντε, τ’ ακόλουθα (ο λόγος είναι πάντοτε για φθόγγους και όχι για γράμματα): α, ε, ι, ο, ου.
Ό,τι λέει ο Τριανταφυλλίδης λέει και η νέα Γραμματική -με μια διαφορά που θα πούμε παρακάτω. Την επισήμανση ότι μιλάμε για φθόγγους και όχι για γράμματα η νέα Γραμματική την έχει στις σελ. 34 και 39.
Οπότε, δεν χρειάζεται πανικός. Η νέα Γραμματική δεν καταργεί κανένα γράμμα του αλφαβήτου, και άλλωστε πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό, όταν διδάσκεται σε παιδιά που ήδη επί πέντε χρόνια έχουν κοπιάσει για να μάθουν το αλφάβητο των 24 γραμμάτων; Θα το ξεμάθουν και θα μάθουν καινούργιο;
Και μόνο για δυο χρονιές, αφού στο γυμνάσιο διδάσκεται άλλη γραμματική; Απίθανα πράγματα -όχι, δεν συμβαίνει τίποτε τέτοιο», σημειώνεται σε απάντηση της καταγγελίας του συλλόγου δασκάλων Ανατολικής Αττικής.
πηγή: http://news247.gr


Γιάννης Σταύρου, Θεσσαλονίκη, λάδι σε καμβά

(Αναδημοσίευση από ΛΕΣΧΗ ΣΚΕΨΗΣ, 7-10-2011)

Αποδεδειγμένα σε κάθε περίοδο της εξέλιξής του ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός προσπάθησε να απελευθερώσει τον εαυτό του από τους Έλληνες. Η προσπάθεια αυτή είναι διαποτισμένη με βαθύτατη δυσαρέσκεια, διότι οτιδήποτε κι αν δημιουργούσαν, φαινομενικά πρωτότυπο και άξιο θαυμασμού, έχανε χρώμα και ζωή στη σύγκρισή του με το ελληνικό μοντέλο, συρρικνωνότανε, κατέληγε να μοιάζει με φθηνό αντίγραφο, με καρικατούρα.

Έτσι ξανά και ξανά μια οργή ποτισμένη με μίσος ξεσπάει εναντίον των Ελλήνων, εναντίον αυτού του μικρού και αλαζονικού έθνους, που είχε το νεύρο να ονομάσει βαρβαρικά ότι δεν είχε δημιουργηθεί στο έδαφός του…

Κανένας από τους επανεμφανιζόμενους εχθρούς τους δεν είχε την τύχη να ανακαλύψει το κώνειο, με το οποίο θα μπορούσαμε μια για πάντα να απαλλαγούμε απ’ αυτούς. Όλα τα δηλητήρια του φθόνου, της ύβρεως, του μίσους έχουν αποδειχθεί ανεπαρκή να διαταράξουν την υπέροχη ομορφιά τους.

Έτσι, οι άνθρωποι συνεχίζουν να νιώθουν ντροπή και φόβο απέναντι στους Έλληνες. Βέβαια, πού και πού, κάποιος εμφανίζεται που αναγνωρίζει ακέραιη την αλήθεια, την αλήθεια που διδάσκει ότι οι Έλληνες είναι οι ηνίοχοι κάθε επερχόμενου πολιτισμού και σχεδόν πάντα τόσο τα άρματα όσο και τα άλογα των επερχόμενων πολιτισμών είναι πολύ χαμηλής ποιότητας σε σχέση με τους ηνίοχους, οι οποίοι τελικά αθλούνται οδηγώντας το άρμα στην άβυσσο, την οποία αυτοί ξεπερνούν με αχίλλειο πήδημα.

Φρειδερίκος Νίτσε

(Kαι κάτι επίκαιρο: το μίσος εναντίον των Ελλήνων δεν ξεσπάει μόνο από τους ξένους αλλά και από τους έλληνες πράκτορές τους που κατά τάλλα εν ονόματι της πατρίδας διεργάζονται τον απόλυτο αφανισμό μας)

Ας γράψουμε και κάτι καλό για την Ελλάδα και τους έλληνες – μήπως κι αλλάξει η τύχη μας…


Γιάννης Σταύρου, Ακρόπολη 1970, λάδι σε καμβά

Δημοσιεύτηκε στην εφήμερίδα NEW YORK TIMES και μας το έστειλε ο φίλος Γιώργος Τ με email:

Not used to send such kind of emails but I read an interesting article/opinion at THE NEW YORK TIMES, that not many Greeks think about or learn from…

George

OP-ED CONTRIBUTOR
Democracy’s Cradle, Rocking the World

By MARK MAZOWER

Published: June 29, 2011

YESTERDAY, the whole world was watching Greece as its Parliament voted to pass a divisive package of austerity measures that could have critical ramifications for the global financial system. It may come as a surprise that this tiny tip of the Balkan Peninsula could command such attention. We usually think of Greece as the home of Platon and Pericles, its real importance lying deep in antiquity. But this is hardly the first time that to understand Europe’s future, you need to turn away from the big powers at the center of the continent and look closely at what is happening in Athens. For the past 200 years, Greece has been at the forefront of Europe’s evolution.

In the 1820s, as it waged a war of independence against the Ottoman Empire, Greece became an early symbol of escape from the prison house of empire. For philhellenes, its resurrection represented the noblest of causes. “In the great morning of the world,” Shelley wrote in “Hellas,” his poem about the country’s struggle for independence, “Freedom’s splendor burst and shone!” Victory would mean liberty’s triumph not only over the Turks but also over all those dynasts who had kept so many Europeans enslaved. Germans, Italians, Poles and Americans flocked to fight under the Greek blue and white for the sake of democracy. And within a decade, the country won its freedom.

Over the next century, the radically new combination of constitutional democracy and ethnic nationalism that Greece embodied spread across the continent, culminating in “the peace to end all peace” at the end of the First World War, when the Ottoman, Hapsburg and Russian empires disintegrated and were replaced by nation-states.

In the aftermath of the First World War, Greece again paved the way for Europe’s future. Only now it was democracy’s dark side that came to the fore. In a world of nation-states, ethnic minorities like Greece’s Muslim population and the Orthodox Christians of Asia Minor were a recipe for international instability. In the early 1920s, Greek and Turkish leaders decided to swap their minority populations, expelling some two million Christians and Muslims in the interest of national homogeneity. The Greco-Turkish population exchange was the largest such organized refugee movement in history to that point and a model that the Nazis and others would point to later for displacing peoples in Eastern Europe, the Middle East and India.

It is ironic, then, that Greece was in the vanguard of resistance to the Nazis, too. In the winter of 1940-41, it was the first country to fight back effectively against the Axis powers, humiliating Mussolini in the Greco-Italian war while the rest of Europe cheered. And many cheered again a few months later when a young left-wing resistance fighter named Manolis Glezos climbed the Acropolis one night with a friend and pulled down a swastika flag that the Germans had recently unfurled. (Almost 70 years later, Mr. Glezos would be tear-gassed by the Greek police while protesting the austerity program.) Ultimately, however, Greece succumbed to German occupation. Nazi rule brought with it political disintegration, mass starvation and, after liberation, the descent of the country into outright civil war between Communist and anti-Communist forces.

Only a few years after Hitler’s defeat, Greece found itself in the center of history again, as a front line in the cold war. In 1947, President Harry S. Truman used the intensifying civil war there to galvanize Congress behind the Truman Doctrine and his sweeping peacetime commitment of American resources to fight Communism and rebuild Europe. Suddenly elevated into a trans-Atlantic cause, Greece now stood for a very different Europe — one that had crippled itself by tearing itself apart, whose only path out of the destitution of the mid-1940s was as a junior partner with Washington. As the dollars poured in, American advisers sat in Athens telling Greek policy makers what to do and American napalm scorched the Greek mountains as the Communists were put to flight.

European political and economic integration was supposed to end the weakness and dependency of the divided continent, and here, too, Greece was an emblem of a new phase in its history. The fall of its military dictatorship in 1974 not only brought the country full membership in what would become the European Union; it also (along with the transitions in Spain and Portugal at the same time) prefigured the global democratization wave of the 1980s and ’90s, first in South America and Southeast Asia and then in Eastern Europe. And it gave the European Union the taste for enlargement and the ambition to turn itself from a small club of wealthy Western European states into a voice for the newly democratic continent as a whole, extending far to the south and east.

And now today, after the euphoria of the ’90s has faded and a new modesty sets in among the Europeans, it falls again to Greece to challenge the mandarins of the European Union and to ask what lies ahead for the continent. The European Union was supposed to shore up a fragmented Europe, to consolidate its democratic potential and to transform the continent into a force capable of competing on the global stage. It is perhaps fitting that one of Europe’s oldest and most democratic nation-states should be on the new front line, throwing all these achievements into question. For we are all small powers now, and once again Greece is in the forefront of the fight for the future.

Mark Mazower is a professor of history at Columbia University.

Αφιερώνεται στα ωραία μαθητικά και μαθησιακά μας χρόνια…

Πριν από τη λαίλαπα της μαζικής δημοκρατίας, της παρακμής, της χυδαιότητας…

Κάτι προλάβαμε…

Η Ακαδημία του ζωγράφου Γιάννη Σταύρου – πριν έρθουν τα χρόνια της βεβήλωσης και της αφόρητης ασχήμιας…


Γιάννης Σταύρου, Ακαδημία, λάδι σε καμβά

Κηφηνείον «Η Ωραία Ελλάς»

του Σαράντου Καργάκου, Συγγραφέως – Φιλολόγου – Ιστορικού

Ακούω ότι το μεγαλύτερο σήμερα πρόβλημα των νέων μας είναι η ανεργία. Διαφωνώ. Εδώ καί τριάντα χρόνια είναι η …εργασία. Ο νέος δε φοβάται την αναδουλειά, φοβάται τη δουλειά. Μια οικογενειακή αντίληψη, ότι δουλειά είναι ό,τι δεν λερώνει, επεκτάθηκε και στο νεοσουσουδιστικό σχολείο με ευθύνη των κομμάτων, που για λόγους ψηφοθηρίας απεδόθησαν σε μία χυδαία πολιτική παιδοκολακείας, η οποία μετά τη δικτατορία, εξέθρεψε καί διαμόρφωσε δύο γενιές «κουλοχέρηδων», παιδιών δηλαδή πού δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους -πέρα από τη μούντζα- για καμμιά εργασία από αυτές πού ονομάζονται χειρωνακτικές, επειδή -τάχα- είναι ταπεινωτικές…

Κι ας βρίσκεται μέσα στη λέξη «χειρώναξ», σαν δεύτερο συνθετικό το «άναξ» πού κάνει τον δουλευτή, τον άνακτα χειρών, βασιλιά στο χώρο του, βασιλιά στο σπιτικό του, νοικοκύρη δηλαδή, λέξη άλλοτε ιερή πού ποδοπατήθηκε κι αυτή μες στην ασυναρτησία μιας πολιτικής πού έδειχνε αριστερά καί πήγαινε δεξιά καί τούμπαλιν. Γι\’ αυτό τουμπάραμε… Κάποτε, ακόμη κι από τις στήλες του περιοδικού αυτού, πού δεν είναι πολιτικό με την ευτελισμένη έννοια του όρου, έγραφα πώς η ανεργία στον τόπον μας είναι επιλεκτική, ότι δουλειές υπάρχουν αλλά ότι δεν υπάρχουν χέρια να τις δουλέψουν.

Κι έπρεπε να κατακλυσθεί ο τόπος από 1,5 εκατομμύριο λαθρομετανάστες, για να αποδειχθεί ότι στην Ελλάδα υπήρχε δουλειά πολλή αλλ\’ όχι διάθεση για δουλειά. Τα παιδιά -τα μεγάλα θύματα αυτής της ιστορίας- είχαν γαλουχηθεί με τη νοοτροπία του «White color workers». Έτσι σήμερα το πιο φτηνό εργατικό καί υπαλληλικό δυναμικό είναι οι πτυχιούχοι, που ζητούν εργασία ακόμη καί στον ΟΤΕ ως έκτακτοι τηλεφωνητές, προσκομίζοντας στα πιστοποιητικά προσόντων ακόμη καί διδακτορικά! Γέμισε ο τόπος πανεπιστήμια, σχολές επί σχολών, επιστημονικούς κλάδους αόριστους, ομιχλώδεις καί ασαφείς, απροσδιορίστου αποστολής καί χρησιμότητας. Πτυχία-φτερά στον άνεμο σαν τις ελπίδες των γονιών, πού πιστεύουν ότι τα παιδιά καί μόνον με τα «ντοκτορά» θα βρουν δουλειά. Έτσι παράγονται επιστήμονες πού είναι δεκαθλητές του τίποτα, ικανοί μόνον για το δημόσιο ή για υπάλληλοι κάποιας πολυεθνικής.

Παρ’ όλο πού γέμισε η χώρα μας τεχνικές σχολές (τι ΤΕΛ, τι ΤΕΙ, τι ΙΕΚ!) οι πιο άτεχνοι νέοι είναι οι νέοι της Ελλάδος. Παίρνουν πτυχίο τεχνικής σχολής καί δεν έχουν πιάσει κατσαβίδι οι πιο πολλοί. Δεν ξέρουν να διορθώσουν μια βλάβη στο αυτοκίνητό τους, στο ραδιόφωνο ή στο τηλέφωνό τους. Είναι άχεροι, ουσιαστικά χωρίς χέρια. Τώρα με τα ηλεκτρονικά ξέχασαν να γράφουν, ξέχασαν να διαβάζουν, εκτός φυσικά από «μηνύματα» του αφόρητου «κινητού» τους.

Τούτη η παιδεία, πού όχι μόνο παιδεία δεν είναι αλλ’ ούτε καν εκπαίδευση, αφού δεν καλλιεργεί καμμιά δεξιότητα, εκτός από την ραθυμία, την αναβλητικότητα καί το φόβο της δουλειάς, όχι μόνο δεν καλλιεργεί τον νέο εσωτερικά αλλά τον πετρώνει δημιουργικά σαν τα παιδιά της Νιόβης. Τα κάνει άχρηστα τα παιδιά για παραγωγική εργασία, γιατί ο θεσμός της παπαγαλίας καί η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας, με το πρόσχημα να μην τα κουράσουμε, τους αφαιρεί την αυτενέργεια, την πρωτοβουλία, τη φαντασία καί την πρωτοτυπία. Το σχολείο, αντί να μαθαίνει τα παιδιά πώς να μαθαίνουν, τα νεκρώνει πνευματικά. Δεν τα μαθαίνει πώς να σκέπτονται αλλά με τί να σκέπτονται. Έτσι τα κάνει πτυχιούχους βλάκες. Βάζει όρια στον ορίζοντα της σκέψης καί των ενδιαφερόντων. Τα χαμηλοποιεί. Τα κάνει να βλέπουν σαν τα σκαθάρια κοντά, κι όχι να θρώσκουν άνω, να έχουν έφεση για κάτι πιο πέρα, πιο τρανό καί πιο μεγάλο. Το έμβλημα πια του ελληνικού σχολείου δεν είναι η γλαύξ, είναι ο παπαγάλος, ο μαθητής-βλάξ πού καταπίνει σελίδες σαν χάπια καί πού θεωρεί ως σωστό ό,τι γράφει το σχολικό. Καί το λεγόμενο «σχολικό» είναι συνήθως αισχρό καί ως λόγος καί ως περιεχόμενο.

Καί τολμώ να λέγω αισχρό, διότι πρωτίστως το «Αναγνωστικό» πού πρέπει να είναι ευαγγέλιο πνευματικό ειδικά στο Δημοτικό, αντί να καλλιεργεί την αγάπη για τη δουλειά, καλλιεργεί την απέχθεια. Που πια, όπως παλιά, ο έρωτας για την αγροτική, τη βουκολική καί τη θαλασσινή ζωή; Ο ναύτης δεν είναι πρότυπο ζωής. Πρότυπο ζωής είναι ο «χαρτογιακάς». Όσο κι αν ήσαν κάπως ρομαντικά τα παλιά «Αναγνωστικά», καλλιεργούσαν τον έρωτα για τη δουλειά. Ακούω πώς δεν πάει καλά η οικονομία. Μα πως να πάει, όταν με τη ναυτιλία πού προσφέρει το 5,6% του ΑΕΠ ασχολείται μόνο το 1% των Ελλήνων; (Με τον αγροτικό τομέα πού προσφέρει το 6,6% του ΑΕΠ ασχολείται το 14,5% του πληθυσμού). Διερωτώμαι, τί είδους ναυτικός λαός είμαστε, όταν αποστρεφόμαστε την θάλασσα καί στα ελληνικά καράβια κυριαρχούν Φιλιππινέζοι, Αλβανοί καί μελαψοί κάθε αποχρώσεως; Το σχολείο καλλιεργεί τον έρωτα για την τεμπελιά, όχι για δουλειά. Τα πανεπιστήμια καί οι ποικιλώνυμες σχολές επαυξάνουν τον έρωτα αυτό. Πράγματα πού μπορούν να διδαχθούν εντός εξαμήνου -καί μάλιστα σε σεμιναριακού τύπου μαθήματα- απαιτούν τετραετία! Βγαίνουν τα παιδιά από τις σχολές καί δικαίως ζητούν εργασία με βάση τα «προσόντα» τους, αλλά τέτοιες εργασίες πού ζητούν τέτοια προσόντα δεν υπάρχουν. Αν δεν απατώμαι, υπάρχουν δύο σχολές θεατρολογίας -πέρα από τις ιδιωτικές θεατρικές σχολές- πού προσφέρουν άνω των 300 πτυχίων το έτος. Που θα βρουν δουλειά τα παιδιά αυτά;

Αν όμως το σχολείο από το Δημοτικό καλλιεργούσε την τόλμη, την αυτενέργεια, βράβευε την πρωτοβουλία, την ανάληψη ευθυνών, την αγάπη για την οποιαδήποτε δουλειά ακόμη καί του πλανόδιου γαλατά, θα είχαμε κάνει την Ελλάδα Ελδοράδο, όπως έγινε Ελδοράδο για τους εργατικούς Αλβανούς, Βουλγάρους, Πολωνούς, Γεωργιανούς, Αιγυπτίους αλιείς, Πακιστανούς καί Ουκρανούς. Σήμερα αυτοί είναι η εργατική κι αύριο η επιχειρηματική τάξη της Ελλάδος. Κι οι Έλληνες, αφήνοντας την πατρώα γη στα χέρια των Αλβανών πού την δουλεύουν, την πατρώα θάλασσα στα χέρια των Αιγυπτίων πού την ψαρεύουν, θα μεταβληθούν σε νομάδες της Ευρώπης ή των ΗΠΑ ή θα τρέχουν για δουλειά στην Αλβανία πού ξεπερνά σε νόμιμη και παράνομη επιχειρηματική δραστηριότητα όλες τις χώρες της Βαλκανικής. Γέμισαν τα Τίρανα ουρανοξύστες, κτήρια γιγάντια, κακόγουστα μεν, σύγχρονα δε. Περίπου 100 ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν στην πρωτεύουσα της χώρας των αετών.

Εμείς αφήσαμε αδιαπαιδαγώγητη την εργατική καί την αγροτική τάξη. Στήν πρώτη περάσαμε σαν ιδεολογία-θεολογία το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη» καί υποχρεώσαμε πλήθος επιχειρήσεις να κλείσουν ή να μεταφερθούν αλλού. Μετά διαφθείραμε τους αγρότες με παροχές χωρίς υποχρεώσεις καί τους δημιουργήσαμε νοοτροπία μαχαραγιά. Γέμισε η επαρχία με «Κέντρα Πολιτισμού», οπού «μπαγιαντέρες» κάθε λογής καί φυλής άναβαν πούρο με φωτιά πεντοχίλιαρου! Το μπουκάλι με το ουίσκι βαπτίστηκε … αγροτικό! Τώρα, όμως, πού έρχονται τα «εξ εσπερίας νέφη» χτυπάμε το κεφάλι μας. Καί που να φθάσουν τα «εξ Ανατολής» σαν εισέλθει η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Θα γίνει η Ελλάς vallis flen-tium (-κοιλάς κλαυθμώνων) καί θα κινείται quasi osculaturium inter flen-tium (=σαν εκκρεμές μεταξύ θλίψεως καί οδύνης).

Δεν είμαι υπέρ μιας παιδείας πού θα υποτάσσεται στην οικονομία. Θεωρώ ολέθριο να χαράσσεται μια εκπαιδευτική πολιτική με κριτήρια οικονομικής αναγκαιότητας. Θεωρώ ολέθρια όμως καί την παιδεία πού εθίζει τα παιδιά στην οκνηρία, πού τα κουράζει με την παπαγαλία καί το βάρος άχρηστων μαθημάτων. Το μεγαλύτερο κεφάλαιο της χώρας είναι τα κεφάλια των παιδιών της. Τούτη η παιδεία αποκεφαλίζει τα παιδιά. Τα κάνει ικανά να μην κάνουν τίποτε. Ούτε να βλαστημήσουν. Ακόμη καί η αισχρολογία τους περιορίζεται στη λέξη πού τα κάνει συνονόματα. Αν τους πεις βρισιά της περασμένης 20ετίας θα νομίσουν ότι μιλάς αρχαία Ελληνικά! Είναι θλιβερή η εικόνα πού παρουσιάζει σήμερα, παρουσίαζε χθες καί θα παρουσιάζει κι αύριο η ελληνική κοινωνία: να υπάρχουν άνθρωποι άνω των 65 ετών, άνω των 70 ετών, πού, ενώ έχουν συνταξιοδοτηθεί, εργάζονται νυχθημερόν, για να συντηρούν τα παιδιά τους μέχρι να τελειώσουν τις ατελείωτες σπουδές τους, τα παιδιά πού λιώνουν τα νιάτα τους στα «κηφηνεία», πού πάνε σπίτι τους να κοιμηθούν την ώρα πού οι Αλβανοί πάνε για δουλειά, θα μου πείτε, τι δουλειά; Οποιαδήποτε δουλειά, αρκεί να είναι τίμια. Όταν μικροί -ακόμη στο Δημοτικό- μαθαίναμε απ\’ έξω τον Τυρταίο (ποιος τολμά σήμερα να διδάξει Τυρταίο;) δεν τον μαθαίναμε για να γίνουμε πολεμοχαρείς αλλά για να νοιώθουμε ντροπή, όταν στην μάχη της ζωής, στην πρώτη γραμμή είναι οι παλαιότεροι, οι «γεραιοί» καί οι νέοι κρύβονται πίσω από τη σκιά τους. «Αισχρόν γαρ δη τούτο… κείσθαι πρόσθε νέων άνδρα παλαιότερον».

Σήμερα, βέβαια, οι χειρωνακτικές εργασίες ελέγχονται σχεδόν κατ\’ αποκλειστικότητα από ξένους. Στίς οικοδομές μιλούν αλβανικά, στα χωράφια πακιστανικά. Σέ λίγο οι χειρωνακτικές επιχειρήσεις θα περάσουν στα χέρια των Κινέζων πού κατασκευάζουν ήδη το μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών ειδών πού θυμίζουν… Ελλάδα. Ακόμη καί τις σημαίες μας στην Κίνα τις φτιάχνουν! Κι εμείς; Εμείς, όπως πάντα, φτιάχνουμε τα τρία κακά της μοίρας μας. «Φτιάχνουμε» τη ζωή μας στην τηλοψία, πού δίνει τα μοντέρνα πρότυπα οκνηρίας στη νεολαία, ποθούμε μια χρυσίζουσα ζωή σαν αυτήν πού προσφέρει το «γυαλί», αγοράζουμε πολυτελή αυτοκίνητα με δόσεις, κάνουμε διακοπές με «διακοποδάνεια», εορτάζουμε με «εορτοδάνεια» καί πεθαίνουμε με «πεθανοδάνεια». Έλεγε ο Φωκίων, πού πλήρωσε τέσσερις δραχμές τη δεύτερη δόση του κώνειου πού χρειαζόταν για να «απέλθει», πως στην Αθήνα δεν μπορεί ούτε δωρεάν να πεθάνει κανείς. Έπρεπε να ζούσε τώρα…

Λυπάμαι πού θα το πω, αλλά πρέπει να το πω: το σχολείο, οι σχολές καί τα ΜΜΕ σακάτεψαν καί σακατεύουν τη νεολαία, γιατί μιλούν συνεχώς για τα δικαιώματα της -δικαιώματα στην τεμπελιά- καί ποτέ για υποχρεώσεις, ποτέ για χρέος, ποτέ για καθήκον. Το καθήκον έγινε άγνωστη λέξη.

———————————-

Πηγή: ΛΕΣΧΗ ΣΚΕΨΗΣ

Εμείς καταργούμε την ιστορία, την αισθητική, τις αξίες, την γλώσσα μας – κάποιοι άλλοι έχουν διαφορετική γνώμη…

Τοπίο της Ακρόπολης, όπως την κατέγραψε το μάτι του ζωγράφου…


Γιάννης Σταύρου, Ακρόπολη 1970, λάδι σε καμβά

Σε πρόσφατη έκδοση της γερμανικής εφημερίδας Frankfurter Allgemeine Zeitung δημοσιεύεται ολοσέλιδο άρθρο του δημοσιογράφου και αρχαιογνώστη Konrad Adam, ο οποίος αναφέρει ότι στα πλαίσια ορισμένων εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων που επιχειρούνται σε αρκετά γερμανικά κρατίδια, πρέπει να ενισχυθεί η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στα γερμανικά σχολεία. Κύριο επιχείρημά του είναι ότι τα αρχαία ελληνικά ακονίζουν το δημοκρατικό φρόνημα και την πολιτική συνείδηση των παιδιών σε μια κοινωνία καταναλωτική που την χαρακτηρίζει η πνευματική νωθρότητα.

Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «ποτέ ένας αρχαίος συγγραφέας δε μεταδίδει ένα μόνο μήνυμα, ένα δόγμα ή ένα πρόγραμμα. Συνήθως πρόκειται για δύο ή και περισσότερες αρχές που αντιτίθενται μεταξύ τους και προσπαθεί η μια να επιβληθεί στην άλλη: Ο Κρέων και η Αντιγόνη, ο Ιάσων και η Μήδεια, ο Σωκράτης και ο Καλλικλής, ο Έρως και το Νείκος. Πάντα η πάλη ενός λόγου και ενός αντίλογου, αυτή η πάλη που έφτασε στην τελειότητά της με τους σοφιστές.»

Στη συνέχεια ο κ. Adam θυμίζει στους αναγνώστες του ότι «ο τελευταίος γερμανός αυτοκράτορας ήθελε τα γερμανικά σχολεία να βγάζουν νέους Γερμανούς και όχι Έλληνες και Ρωμαίους. Ορθά ο αυτοκράτορας δεν ήθελε τα αρχαία, αφού γνώριζε ότι μόνο την τυφλή υπακοή στον ανώτατο άρχοντα δεν θα ενστάλαζαν στην ψυχή των παιδιών. Ο φόβος του δεν ήταν μήπως οι γερμανοί μαθητές διδαχτούν κάτι περιττό γι αυτούς, αλλά μήπως μάθουν κάτι περιττό γι αυτόν, μήπως μάθουν να αντιδρούν, να αντιστέκονται, να εξεγείρονται».

«Η ελληνική λογοτεχνία, συνεχίζει το άρθρο, βρίθει από τέτοιους αυτόνομους ανθρώπους. Ας αφήσουμε την Αντιγόνη και τους επώνυμους. Ο Πλούταρχος μας διασώζει την περίπτωση ενός ανώνυμου. Όταν ο στρατηγός Μιλτιάδης ζήτησε από το δήμο των Αθηναίων να του χαρίσουν έναν τιμητικό στέφανο, αυτός ο ανώνυμος αντιτάχθηκε με το επιχείρημα ότι, απ όσο ήξερε, στο Μαραθώνα ο Μιλτιάδης δεν είχε πολεμήσει μόνος του. Αν στο μέλλον πολεμούσε κατά των Περσών μονάχος και τους νικούσε, τότε μπορούσε να υποβάλει π άλι το αίτημά του στο δήμο. Μακάρι να είχαμε τέτοιους πολίτες σήμερα. Όχι να δέχονται τα πάντα, αλλά να υποβάλλουν ενστάσεις».