Γιάννης Σταύρου, Στο δάσος με τις κουτσουπιέςς, λάδι σε καμβά (λεπτομέρεια)

Ένα κείμενο του Κύπριου μουσικού Αλκίνοου Ιωαννίδη…
Ημερομηνία: 24/03/2013
Του Αλκίνοου Ιωαννίδη
Δεν θα πω για τους άλλους. Λίγο με ενδιαφέρει η ποιότητα και η στάση τους σε τέτοιες στιγμές. Ούτε και περίμενα καλύτερη αντιμετώπιση. Όσο και να τους βρίσω, χαϊδεύω τα αυτιά μας και τίποτα δεν αλλάζει. Θα πω για εμάς, και συγχωρήστε με:
Έρχεται η μέρα που η μάσκα τραβιέται βίαια. Η μέρα που το αληθινό μας πρόσωπο φανερώνεται, θέλουμε-δεν θέλουμε, αφτιασίδωτο και τρομακτικά αληθινό. Πρέπει να το κοιτάξουμε, είναι θέμα ζωής και θανάτου. Πρέπει να το ρωτήσουμε, να μας πει ποιοι είμαστε. Γιατί μόνο αυτό γνωρίζει.
Γυρνάμε απότομα, για να αντικρίσουμε μια τρύπα στον καθρέφτη. Πού απουσιάζει το πρόσωπό μας; Το ξεχάσαμε σε μικρά, ταπεινά, εγκαταλελειμμένα σπίτια, στη σκόνη χαμηλών, πλύνθινων ερειπίων, στους τάφους αγράμματων, ακατέργαστα σοφών παππούδων. Εκεί αφήσαμε θαμμένες τις αληθινές καλημέρες, τη συγκίνηση των στίχων, την αλληλεγγύη των ανθρώπων κι ότι πολύτιμο δεν μετριέται σε χρήμα. Έκτοτε, προχωρήσαμε στον «σύγχρονο κόσμο» απρόσωποι, γυμνοί, παλεύοντας να κρατήσουμε το νήμα της ύπαρξής μας άκοπο, μέσα σε εποχές δύσκολες, μέσα σε ένα τοπίο που δεν μας μοιάζει.
Γίναμε αρχοντοχωριάτες, επενδύοντας στα χειρότερα χαρακτηριστικά των δύο συνθετικών της λέξης. «Έχω γάμο», λέγαμε και στεκόμασταν καλοντυμένοι σε γκαζόν ξενοδοχείων, με φακελάκια στα χέρια, χωρίς αληθινή, από καρδιάς ευχή. «Και οι γάμοι μας, τα δροσερά στεφάνια και τα δάχτυλα, γίνουνται αινίγματα ανεξήγητα για την ψυχή μας». Ούτε αινίγματα, ούτε τίποτε. Όλα απαντημένα, όλα πεζά. Μεγάλα και άδεια. Απομείναμε αναίσθητοι μπροστά στο ιερό, ζώντας ένα γυαλιστερό, αντιαισθητικό, άχαρο, ανέραστο, ανίερο, ξοδεμένο παρόν. Χωρίς μνήμη, χωρίς όνειρο, διαζευγμένοι από το είναι μας.
Τα καλύτερα παιδιά μας τα πουλήσαμε. Τα αφήσαμε να σπαταλούν τη ζωή τους σε λογιστικά βιβλία, σε γραφεία εταιρειών, σε άψυχους λογαριασμούς. Τα κάναμε σκλάβους με τίτλους διευθυντικού στελέχους. Τα ταΐσαμε χρήματα, τα σπουδάσαμε χρήματα, τα μάθαμε να σκέφτονται χρήματα, να υπηρετούν χρήματα, να ονειρεύονται χρήματα, να παντρεύονται χρήματα, να γεννάνε χρήματα, να είναι χρήματα. Μιλούν άπταιστα τα χειρότερα Αγγλικά (αυτά της δουλειάς) και άθλια τα καλύτερα Ελληνικά (τα Κυπριακά). Όταν τα χρήματα λείψουν, από πού θα κρατηθούν;
Αντικαταστήσαμε το γλέντι στην πλατεία του χωριού με το σκυλάδικο. Τον έρωτα με το στριπτιζάδικο. Τα αναγκαία για την επιβίωση, με ένα τζιπ γεμάτο άχρηστα ψώνια. Τον ελεύθερο χρόνο με την υπερωρία. Κάναμε το παιγνίδι των παιδιών υπερπαραγωγή, σε πάρτι γενεθλίων κατά παραγγελία. Ξεχάσαμε ποια είναι τα βασικά συστατικά της ύπαρξής μας, ως ατόμων και ως κοινωνίας, αντικαθιστώντας τα με ότι μάς γυάλισε στη βιτρίνα. Γίναμε ότι μας έπεισε ο διαφημιστής, η τηλεόραση ή το περιοδικό να γίνουμε. Καταντήσαμε οπαδοί ομάδων, φανατικοί, με μαχαίρια και μίσος. Έφηβος, προτού σιχαθώ όλες τις ομάδες εξίσου, ήμουν με την Ομόνοια. Μια μέρα που έπαιζε με το ΑΠΟΕΛ, αρρώστησε ο τυμπανιστής των αντιπάλων. Ήρθαν στην άλλη κερκίδα και μου ζήτησαν να πάω στη δική τους, για να παίξω το τύμπανο. Πήγα ευχαρίστως.
Πέρασε ο καιρός, αλλάξαμε. Ξεχάσαμε. Χωριστήκαμε σε κόμματα και τα ψηφίσαμε τυφλά, διχαστήκαμε με τρόπο αταίριαστο στην ιστορία και την παράδοσή μας. Σε μια σταλιά τόπο, λέγαμε «οι άλλοι». Πήραμε τα χειρότερα χαρακτηριστικά της Ελλάδας και τα κάναμε αξιώματα.
Να πάει στο καλό τέτοιος εαυτός, να μην ξανάρθει. Καθόλου μην τον κλάψουμε, καθόλου μη μας λείψει. Στον αγύριστο!
Πέρασαν χρόνια. Το κορίτσι από τις Φιλιππίνες έκλαιγε κρυφά στο κρεβάτι του για το παιδί και τη μάνα που άφησε για να σερβίρει καφέ τον κύριο Πάμπο, που έγινε σερ, για να σιδερώνει τα ακριβά βρακιά της κυρίας Αντρούλλας, που έγινε μάνταμ. Η κοπέλα θα γυρίσει φτωχή στο Μπάγκιο Σίτι ή στη Μανίλα. Θα αγκαλιάσει τη μάνα της, θα φιλήσει το παιδί της. Εμείς, πού επιστρέφουμε;
Τι μένει όταν ο σερ και η μάνταμ, έκπληκτοι, χάνουν το αυτοκίνητο, την υπηρέτρια, το λούσο και το σπίτι τους; Τι κρατιέται αναλλοίωτο μέσα στον χρόνο, κάτω από την επιφάνεια που βουλιάζει; Πού ακριβώς βρίσκεται ανεξίτηλα χαραγμένος ο βαθύς Χαρακτήρας, που μας επιτρέπει, όταν όλα αλλάζουν, να λέμε ακόμη «Εμείς»;
Μπορούμε σήμερα να αποφασίσουμε ξανά, ο καθένας για τον εαυτό του και όλοι μαζί, ποιοι είμαστε. Τι είναι σημαντικό και τι όχι. Τι αξίζει να προσπαθήσουμε μέχρι τέλους. Ποια λόγια αξίζει να πούμε προτού φύγουμε, πώς αξίζει να σταθούμε και απέναντι σε τι, προτού πεθάνουμε. Κι αυτό, μπορούμε να το κάνουμε, ακόμη και νηστικοί, άνεργοι και άστεγοι. Ήταν όμως αδύνατον να το κάνουμε χορτάτοι και υποταγμένοι, με έναν εαυτό-καταναλωτή, εξαρτημένο και ευχαριστημένο.
Μείναμε σε σκηνές, στο ύπαιθρο, για χρόνια. Χάσαμε για πάντα τα σπίτια, τα χωριά και τις ζωές μας. Περιμέναμε κάθε μέρα, για χρόνια, αγνοούμενους που δεν γύρισαν. Για δεκαετίες, ακούγαμε αεροπλάνο και στρέφαμε έντρομοι τα μάτια στον ουρανό. Χιαστί ταινίες στα παράθυρα, μη σπάσουν από τον βομβαρδισμό που μπορούσε ανά πάσα στιγμή να ξαναρχίσει. Τα παιδιά που έβγαλαν το σχολείο διαβάζοντας με το κερί στα αντίσκηνα, χειμώνες στη σειρά, βρίζονταν στην Ελλάδα από τους Ελλαδίτες, γιατί τους έτρωγαν τις θέσεις στα πανεπιστήμια. Η Μεγάλη Μαμά τίποτα δεν κατάλαβε. Κι ακόμη δεν καταλαβαίνει. Γιατί, μπορεί η Κύπρος να είναι Ελληνική, όμως, πόσο λίγο Κυπριακή είναι η Ελλάδα! Πόσο λίγο Ελληνική είναι η Ελλάδα!
Επιτρέψαμε στους μικρούς πολιτικούς ενός αδύναμου και απροστάτευτου τόπου, να συμπεριφέρονται σαν άρχοντες αυτοκρατορίας. Να υπηρετούν κόμματα και τσέπες, σαν να μην υπάρχει απειλή, κίνδυνος και γκρεμός, σαν να είναι αδύνατον από τη μια μέρα στην άλλη να γίνουμε μπουκιά στο στόμα κροκοδείλων. Είδαμε τα τρυφερά, αγνά χαμόγελα των παιδιών του Απελευθερωτικού Αγώνα να χρησιμοποιούνται από βάρβαρους, απαίδευτους «πατριώτες» με ξυρισμένα κεφάλια, φαλακρούς «απ’ έξω κι από μέσα». Ζήσαμε την αδικία, την απώλεια, την εγκατάλειψη. Τα ξέρουμε όλα, τα είδαμε όλα, τα ζήσαμε όλα. Τώρα θα φοβηθούμε;
Όταν κλαίγαμε το ’74, κλαίγαμε για τα σπίτια μας. Σήμερα θα κλάψουμε για τις επαύλεις μας; Τότε, κλαίγαμε για το χωριό μας. Θα κλάψουμε σήμερα για την τράπεζα; Τότε, για τους τάφους των γονιών μας. Σήμερα για τα χρέη μας; Τότε, για τις ζωές μας. Σήμερα για τις δουλειές μας; Δεν νομίζω…
Η κοινωνία μας, αυτή η διαλυμένη, πιέζοντας ασταμάτητα την όποια επίσημη πολιτική ηγεσία, αλλά και πέρα απ’ αυτήν, θα αναπτύξει μηχανισμούς στήριξης των ανέργων, θα φροντίσει τα παιδιά της. Όχι από ελεημοσύνη. Από αλληλεγγύη. Και με τη γνώση πως, αν ο διπλανός δε ζει καλά, κανείς δε ζει καλά. Γιατί, ότι ποτέ μας κράτησε σ’ αυτόν τον τόπο, ήταν ένας ιδιόμορφος, ποιητικός, παράλογα ωραίος κοινωνικός ιστός, που αυτοπροστατεύεται και που μας προστατεύει. Αυτός είναι που ανάγκασε τους βουλευτές να πουν, για μια έστω στιγμή, «Όχι».
Το «Όχι» της Κυπριακής Βουλής, είναι σημαντικότερο απ’ ότι κάποιοι χαιρέκακοι μπορούν να υποψιαστούν. Κι ας επιστρέψει η Βουλή εκλιπαρώντας τους Τροϊκανούς, κι ας πέσει στα γόνατα, κι ας τους γλύψει τα πόδια, μετά. Κι ας χάσουμε περισσότερα. Γιατί, για μια στιγμή έστω, έμοιασε η Δημοκρατία να έχει νόημα, ένα νόημα ξεχασμένο εδώ και δεκαετίες. Έμοιασαν, έστω και για μια στιγμή, οι εκπρόσωποι να εκπροσωπούν πράγματι. Η στιγμή καταγράφεται και μένει, δημιουργώντας προηγούμενο, παρά την όποια κατάληξη. Και το γεγονός πως το προηγούμενο δημιουργήθηκε από μισή μερίδα τόπο, αγαπητοί λογικοί λογιστές, το κάνει ακόμη σημαντικότερο. Τίποτα «δικό σας» δεν θα μείνει ποτέ στην Ιστορία, να σηματοδοτεί, να καθορίζει, ή έστω να θυμίζει κάτι υπαρξιακά σημαντικό. Αφήστε μας να το χαρούμε. Δεν μας προσφέρονται συχνά τέτοιες χαρές.
Αυτό το «Όχι», φαίνεται να είχε και χειροπιαστά αποτελέσματα: Εκτός από τη δυνατότητα μη φορολόγησης των μικροκαταθετών, εκτός από το χρονικό περιθώριο που έδωσε για τη νομοθετική ρύθμιση του περιορισμού των συναλλαγών και τη δημιουργία Ταμείου Αλληλεγγύης, που μπορούν να παίξουν σημαντικά θετικό ρόλο στο μέλλον, έδωσε και τη δυνατότητα, έστω σπασμωδικά, έστω την τελευταία στιγμή, έστω με απογοητευτικό αποτέλεσμα, να μετρηθούν οι δυνάμεις και οι «φιλίες», τόσο της Κύπρου, όσο και της Ελλάδας. Βοήθησε να καθαρίσει το τοπίο, να τελειώσουμε με ψευδαισθήσεις, να καταλάβουμε ξανά το πόσο μόνοι είμαστε, το πόση ευθύνη έχουμε. Κι όσοι πιστεύουν πως με ένα «Ναι» θα σώζαμε κάτι, τη Λαϊκή Τράπεζα ή την Κύπρου (αλήθεια, πόσο «δική μας» μπορεί να είναι μια τράπεζα;) και μαζί τις δουλειές, ή τους κόπους μιας ζωής που τους εμπιστευτήκαμε, να μην ξεχνούν πως, όποιο κομμάτι μας έμεινε απροστάτευτο, ούτως ή άλλως, και με τα «Ναι» και με τα «Όχι», θα κατασπαραχθεί.
Δυστυχώς, δεν ήταν δυνατόν να υπάρχει «plan B». Θα ήταν αδύνατον να έχει εκπονηθεί από ανθρώπους της γενιάς μου και της προηγούμενης, από ανθρώπους βουτηγμένους στην κατανάλωση, στο εφήμερο, στο συμφέρον, στο νεοπλουτισμό και στο τίποτε, μια πολιτική που να έχει βάθος και σοβαρότητα. Κι όμως, αυτοί οι άνθρωποι, χωρίς δικλίδες ασφαλείας, χωρίς λογική, είπαν ενστικτωδώς «Όχι». Έστω και για μια στιγμή. Ένα «Όχι» καταστροφικό και λυτρωτικό μαζί, που εσείς, αγαπητοί Ελλαδίτες μνημονιακοί, πολιτικοί και δημοσιογράφοι, με πρόσχημα το καλό μας, δεν θα πείτε ποτέ. Θα προτιμήσετε να καταστραφούμε εξίσου, λέγοντας «Ναι».
Οι Κύπριοι προσφυγοποιούμαστε ξανά στην ίδια μας την πατρίδα. Χάνουμε ξανά τη ζωή όπως τη χτίσαμε, όπως νομίζουμε πως τη διαλέξαμε, όπως νομίσαμε πως μας ανήκει. Και φοβόμαστε. Είναι ανθρώπινο. Όμως, τι πραγματικά φοβόμαστε; Ότι θα πεινάσουμε; Πεινάσαμε και παλιότερα. Ότι θα κρυώσουμε; Κρυώσαμε χρόνια. Ότι θα μείνουμε μόνοι; Πάντα μόνοι ήμασταν. Ότι θα πονέσουμε; Από πόνο άλλο τίποτε… Ότι θα μας κατακτήσουν; Πάντα κατακτημένοι υπήρξαμε.
Θα τα καταφέρουμε, το ξέρουμε καλά! Γιατί, τελικά, δεν φοβόμαστε τίποτε. Γιατί, τελικά, το μόνο που φοβόμαστε, είναι το υποχρεωτικό κοίταγμα στον καθρέφτη. Το μόνο που μας φοβίζει, είναι το μόνο που πραγματικά έχουμε: το αληθινό μας πρόσωπο. Ας το ξεθάψουμε, ας το θυμηθούμε, ας το κοιτάξουμε. Ενώ όλοι, φίλοι και εχθροί, μας αγριοκοιτάζουν, ενώ η μάσκα μας πέφτει νεκρή, αυτό θα μας χαμογελάσει.

Γιάννης Σταύρου, Εκκλησσάκι στην Αττική, λάδι σε καμβά

Αναστάτωση και σύγχυση έχει προκληθεί με τη «Νέα Ελληνική Γραμματική» της Ε’ και ΣΤ’ δημοτικού αναφορικά με τα φωνήεντα, τα σύμφωνα και τους φθόγγους.

 Σύμφωνα με καταγγελία του συλλόγου δασκάλων Ανατολικής Αττικής ο μαθητής ή ο αναγνώστης που θα διαβάσει το βιβλίο θα μάθει ότι τα φωνήεντα της ελληνικής γλώσσας είναι τα εξής: α, ε, ι, ο και ου.
Οι αλλαγές επεκτείνονται και στα σύμφωνα, καθώς ούτε αυτά έμειναν ανέπαφα, με τα «ντ», «μπ» και «γκ» να συγκαταλέγονται σε αυτά τη στιγμή που απουσιάζουν τα «ξ» και «ψ».
«Με μεγάλη μας έκπληξη διαπιστώσαμε πως πρόσφατα (Νοέμβριος 2011) διανεμήθηκε προς διδασκαλία, στα δημοτικά σχολεία της χώρας μας ένα καινούργιο βιβλίο γραμματικής, για την Ε΄ και ΣΤ΄ τάξη, αντικαθιστώντας την μέχρι τώρα ισχύουσα γραμματική του Μανώλη Τριανταφυλλίδη, η οποία εδιδάσκετο πλέον των 30 χρόνων.
Σύμφωνα με την καινούργια γραμματική που συντάχθηκε από τους: κ. Ειρήνη Φιλιππάκη – Warburton, κ. Μιχάλη Γεωργιαφέντη, κ. Γεώργιο Κοτζόγλου και την κ. Μαργαρίτα Λουκά και εκδόθηκε από τον Οργανισμό Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, με την ευθύνη του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, ανακαλύπτουμε πως:
τα φωνήεντα της Ελληνικής Γλώσσας είναι 5 (πέντε)!!! Τα: α, ε, ι, ο, και το ου. Καθώς και ότι τα φωνήεντα η, υ, ω έχουν καταργηθεί!!!
Και τα σύμφωνα από 17, έμειναν μόνον τα 15!!! Τα ξ και ψ δεν υπάρχουν πλέον!!!», σημειώνεται σε άρθρο που αναρτήθηκε στη σελίδα του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης «Αλέξανδρος Δελμούζος».
Ο Σύλλογος από την πλευρά του κρατά αποστάσεις, σημειώνονται πως ο υπογράφων του άρθρου είναι υπεύθυνος για τα όσα γράφει και σε καμιά περίπτωση αυτό δεν σημαίνει ότι τα συγκεκριμένα άρθρα εκφράζουν τις θέσεις του Συλλόγου.
Διαβάστε αναλυτικά τι αναφέρει η Ειρήνη Φιλιππάκη – Warburton, που συμμετείχε στη σύνταξη της καινούριας γραμματικής, και πώς αιτιολογεί το «λανθασμένο συμπέρασμα» πως η ελληνική γλώσσα έχει επτά φωνήεντα.
«Είναι ξεκάθαρο εδώ,  λοιπόν,  ότι η λέξη γράµµατα σηµαίνει γενικά την παιδεία. Χαρακτηριστικό είναι και το τραγούδι.
‘Εγώ γράµµατα δεν έµαθα και στο σχολειό δεν πήγα αλλά ξέρω πως 2+2 κάνουν 4 και πως τα φωνήεντα είναι εφτά..’
Ο απλός αυτός στίχος τα λέει όλα. Το γεγονός ότι ο τραγουδιστής πιστεύει πως τα φωνήεντα της Ελληνικής είναι εφτά, δείχνει ότι λειτουργεί µέσα στον γραπτό λόγο όπου έχουµε όντως 7  γραφήµατα ι,  η,  υ, ε,  α,  ο, ω,  που προφέρονται ως φωνήεντα, ενώ στον προφορικό έχουµε µόνο τέσσερα (πέντε αν προσθέσουµε το δίψηφο ‘ου’ που συµβολίζει το φωνήεν /υ/). Ας το πούµε και λίγο διαφορετικά. Με την όραση, µέσα σε γραπτά κείµενα, διαφοροποιούµε και αναγνωρίζουµε 7  γραφήµατα και αυτό µας οδηγεί στο λανθασµένο συµπέρασµα ότι η ελληνική γλώσσα έχει 7 φωνήεντα.
Το συµπέρασµα αυτό απορέει από το γεγονός ότι κατά τους ελληνιστικούς χρόνους που αναπτύχθηκε η γραµµατική, η γλώσσα που αποτελούσε το αντικείµενο της γραµµατικής, ήταν η γραπτή γλώσσα. Αυτή η ιδέα οδήγησε στη υπόθεση ότι η γραπτή γλώσσα αποτελεί την αυθεντική ελληνική ενώ ο προφορικός λογος θεωρήθηκε,  και ακόµα θεωρείται, λανθασµένος,  ατελής και ‘εκφραση της γλώσσας των αµόρφωτων.  Η έµφαση που είχε δοθεί για πολλά χρόνια και ακόµα υπάρχει, σε κάποιο βαθµό, στον γραπτό λόγο είχε ως αποτέλεσµα να θεωρηθεί ο προφορικός λόγος ανάξιος µελέτης», σημειώνει σε κάποιο σημείο η Ειρήνη Φιλιππάκη – Warburton.
Με τη συζήτηση στο διαδίκτυο να έχει πάρει φωτιά, σε απάντηση του εκπαιδευτικού που έγραψε το συγκεκριμένο άρθρο υποστηρίζεται ότι τα η, υ και ω δεν καταργήθηκαν.
«Αν κάνετε τον κόπο να πάτε στην επίμαχη γραμματική, θα δείτε ότι στη σελ. 35 δεν λέει ότι η ελληνική γλώσσα έχει 23 γράμματα αλλά ότι έχει 23 φθόγγους.
Φθόγγους, όχι γράμματα! Γι’ αυτό άλλωστε και γράφονται μέσα σε αγκύλες, [α], [ι] κτλ. όπως πληροφορεί η υποσημείωση στη σελ. 34.
Και στη σελίδα 39 δηλώνεται ολοκάθαρα ότι τα ελληνικά έχουν 24 γράμματα, όπως ξέρουν βέβαια όλα τα παιδιά που θα χρησιμοποιήσουν το βιβλίο αφού, μην ξεχνάμε, διδάσκεται στην 5η δημοτικού, σε μαθητές που έχουν μάθει ανάγνωση και γραφή προ πολλού! Και στη σελ. 40 υπάρχει αντιστοίχιση φθόγγων και γραμμάτων του αλφαβήτου, ενώ στη σελ. 41 υπάρχει άσκηση όπου τα παιδιά καλούνται να βρουν πόσους φθόγγους έχουν διάφορες λέξεις, π.χ. παίζουμε: 8 γράμματα αλλά έξι φθόγγοι.
Μπορεί η εκ Ραφήνας συντάκτρια να πέφτει από τα σύννεφα, και να επικαλείται τη γραμματική Τριανταφυλλίδη, αλλά το ότι η γλώσσα μας έχει πέντε φωνήεντα δεν είναι καθόλου καινοφανές.
Το λέει, ακριβώς έτσι, η γραμματική Τριανταφυλλίδη την οποία επικαλείται (χωρίς προφανώς να την έχει ανοίξει), στη σελ. 13 (μιλάω για την ανατύπωση του 2002, ιδού το σχετικό απόσπασμα):
Φωνήεντα έχομε στη γλώσσα μας πέντε, τ’ ακόλουθα (ο λόγος είναι πάντοτε για φθόγγους και όχι για γράμματα): α, ε, ι, ο, ου.
Ό,τι λέει ο Τριανταφυλλίδης λέει και η νέα Γραμματική -με μια διαφορά που θα πούμε παρακάτω. Την επισήμανση ότι μιλάμε για φθόγγους και όχι για γράμματα η νέα Γραμματική την έχει στις σελ. 34 και 39.
Οπότε, δεν χρειάζεται πανικός. Η νέα Γραμματική δεν καταργεί κανένα γράμμα του αλφαβήτου, και άλλωστε πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό, όταν διδάσκεται σε παιδιά που ήδη επί πέντε χρόνια έχουν κοπιάσει για να μάθουν το αλφάβητο των 24 γραμμάτων; Θα το ξεμάθουν και θα μάθουν καινούργιο;
Και μόνο για δυο χρονιές, αφού στο γυμνάσιο διδάσκεται άλλη γραμματική; Απίθανα πράγματα -όχι, δεν συμβαίνει τίποτε τέτοιο», σημειώνεται σε απάντηση της καταγγελίας του συλλόγου δασκάλων Ανατολικής Αττικής.
πηγή: http://news247.gr

Αναδημοσίευση από το blog:
ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΑΥΡΟΥ – ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ


 Γιάννης Σταύρου, Σταφύλια σε μπολ, λάδι σε καμβά

Μάλλον τελικά ανακαλύψαμε που οφείλουμε την μοιραία ύπαρξη μας…

Όπως όλα δείχνουν το σωματίδιο Higgs ή σωματίδιο του Θεού πιθανότατα είναι υπαρκτό…

Βέβαια, συμφωνούμε με την άποψη του συγγραφέα που ήθελε αρχικώς να το ονομάσει σωματίδιο του διαβόλου…

Θαυμάστε τα δημιουργήματά του – ας μη μιλήσουμε για τα ανθρωποειδή…

Η επιστήμη όμως είναι πάντα όμορφη – a candle in the dark, όπως έλεγε κι ο Μαρκ Σαγκάλ…

Ακολουθεί η είδηση για την ανακάλυψη:

Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 5-7-2012

Τι είναι το μποζόνιο του Χιγκς;

Στον Πίτερ Χιγκς δεν άρεσε το παρατσούκλι «σωματίδιο του Θεού» που προσδόθηκε στο υπό αναζήτηση μποζόνιο, ήδη από τη δεκαετία του 1990. Ωστόσο, επειδή η απόδειξη της ύπαρξής του θα ήταν ιδιαίτερα σημαντική, εξαιτίας του ρόλου που εκτιμάτο ότι έπαιζε στο Σύμπαν, το παρατσούκλι έμεινε. Γιατί όμως είναι τόσο σημαντικό;
Τι είναι το μποζόνιο του Χιγκς;
Είναι ένα σωματίδιο, σήμα κατατεθέν ενός πεδίου που απλώνεται σε ολόκληρο το Σύμπαν και προσδίδει στα σωματίδια τη μάζα που έχουν. Οφείλει το όνομά του στον 83χρονο σήμερα φυσικό από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου Πίτερ Χιγκς, που πρότεινε την ύπαρξή του πριν από 48 χρόνια. Επιστήμονες θεωρούν ότι αμέσως μόλις έγινε η Μεγάλη Εκρηξη, πολλά σωματίδια δεν είχαν μάζα αλλά την απέκτησαν χάρη σε αυτό το πεδίο που φέρει επίσης το όνομα του Χιγκς. Οποιο σωματίδιο αλληλεπιδρά με το πεδίο αποκτά μάζα. Η ύπαρξη του σωματιδίου Χιγκς που είναι αλληλένδετη με το ομώνυμο πεδίο, είναι καθοριστική για να κατανοήσουμε την προέλευση της μάζας.
Ποια είναι η σπουδαιότητα του πεδίου Χιγκς;
Κατ’ αρχάς πρόκειται για ένα αόρατο ενεργειακό πεδίο που απλώνεται σε ολόκληρο το Σύμπαν. «Αιχμαλωτίζει» τα στοιχειώδη σωματίδια όπου κι αν βρίσκονται και τα καθιστά βαρύτερα προσδίδοντάς τους μάζα. Ομως δεν περνούν όλα τα σωματίδια το ίδιο εύκολα μέσα από το πεδίο. Ορισμένα, όπως τα φωτόνια, διέρχονται «ανενόχλητα» και άλλα με δυσκολία όπως ένας ελέφαντας σε βάλτο. Η ουσία είναι ότι θεωρητικά κανένα σωματίδιο δεν είχε μάζα αλλά την απέκτησε όταν ενεργοποιήθηκε το πεδίο μετά τη Μεγάλη Εκρηξη.
Γιατί θεωρείται επομένως τόσο σημαντική η ανακάλυψη του σωματιδίου;
Επειδή αποδεικνύει και κυρίως συμπληρώνει την αξιοπιστία μιας θεωρίας της σύγχρονης Φυσικής που ονομάζεται Καθιερωμένο Μοντέλο και η οποία μας βοηθά να ερμηνεύσουμε πράγματα που γίνονται πάνω στη Γη αλλά και πολύ πιο μακριά, στο αχανές Σύμπαν. Το Καθιερωμένο Μοντέλο πρεσβεύει ότι το Σύμπαν αποτελείται από 12 δομικά συστατικά που λέγονται στοιχειώδη σωματίδια και «διοικείται» από τέσσερις κυρίαρχες δυνάμεις. Ομως αυτή η θεωρία, το καλύτερο δηλαδή ερμηνευτικό εργαλείο που έχουμε, δυστυχώς δεν αρκεί για να κατανοήσουμε τα πάντα στο Σύμπαν.
Ποιο είναι το κομμάτι του παζλ που έλειπε από το Καθιερωμένο Μοντέλο και συμπληρώθηκε με τη χθεσινή ανακάλυψη;
Είναι η προέλευση της μάζας. Η μάζα που αποτελεί εμάς τους ίδιους, τα ζώα, τα φυτά, ό,τι πιάνουμε και βλέπουμε στη Γη και στο Σύμπαν. Το σωματίδιο του Χιγκς και το αντίστοιχο ομώνυμο πεδίο που αναφέραμε πιο πάνω μάς εξηγούν πώς τα σωματίδια αποκτούν τη μάζα τους και στη συνέχεια ξεχύνονται στο Σύμπαν κατευθυνόμενα από διάφορες δυνάμεις για να δημιουργήσουν με τη συμπεριφορά τους τον κόσμο. Αν δεν υπήρχε η μάζα όλα τα σωματίδια, από το μικρότερο μέχρι το μεγαλύτερο, θα περιφέρονταν με ταχύτητα του φωτός χωρίς να υπάρχει τίποτα το υλικό, χειροπιαστό στο Σύμπαν.
Ποια πράγματα μπορούμε να καταλάβουμε χρησιμοποιώντας το Καθιερωμένο Μοντέλο;
Το Καθιερωμένο Μοντέλο περιγράφει τον φυσικό κόσμο χρησιμοποιώντας σωματίδια και τέσσερις αλληλεπιδράσεις. Αυτές είναι η βαρύτητα, ο ηλεκτρομαγνητισμός, η ασθενής και η ισχυρή πυρηνική αλληλεπίδραση. Αυτά χρειάζονται όλα κι όλα οι φυσικοί, προκειμένου να εξηγήσουν κάθε φυσικό φαινόμενο πάνω στη Γη, καθώς και τις διεργασίες που συμβαίνουν στον Ηλιο και σε κάθε αστέρα που βλέπουμε στον νυχτερινό ουρανό.
Με ποιον τρόπο κατάφεραν οι επιστήμονες να βρουν το επίμαχο σωματίδιο;
Με έμμεσο τρόπο. Δημιουργώντας συγκρούσεις με δέσμες πρωτονίων στον Μεγάλο Επιταχυντή Αδρονίων του CERN, που εκτοξεύονταν η μία πάνω στην άλλη σχεδόν με ταχύτητα φωτός. Από τις συγκρούσεις αυτές προέκυπταν διάφορα σωματίδια που «παγιδεύονταν» στους ανιχνευτές του CERN και τα οποία υποδήλωσαν σε ορισμένες περιπτώσεις την ύπαρξη του σωματιδίου Χιγκς το οποίο ζει για απειροελάχιστο χρονικό διάστημα.
Και τώρα που ανακαλύφθηκε
το σωματίδιο με τι θα ασχολείται ο Μεγάλος Επιταχυντής Αδρονίων στο CERN;
Χωρίς δουλειά δεν θα μείνει γιατί από εδώ και πέρα περνάμε σε άλλο επίπεδο στη Φυσική, πιο δύσκολο. Είναι πολλά τα πράγματα που δεν κατανοούμε στο Σύμπαν και η συνδρομή του CERN ελπίζεται να είναι καθοριστική. Μεταξύ άλλων, στο μέλλον, οι επιστήμονες θα επιχειρήσουν να κατανοήσουν τη λεγόμενη σκοτεινή ύλη που λέγεται ότι αποτελεί το 25% του Σύμπαντος αλλά δεν εκπέμπει καθόλου φως ή κάποιο άλλο είδος ακτινοβολίας, τις μαύρες τρύπες και τις περίφημες έξτρα διαστάσεις.
Εντέλει, ποιος είχε την ιδέα να ονομαστεί «σωματίδιο του Θεού;»
Οχι ο ίδιος ο Χιγκς πάντως που έχει δηλώσει ότι είναι άθεος. Το παρατσούκλι οφείλεται στον νομπελίστα φυσικό Λίον Λέντερμαν που εξέδωσε ένα σχετικό βιβλίο το 1993 και οι εκδότες τού είπαν να ονομάσει έτσι το σωματίδιο.

Ένα καλό κείμενο

6 Φεβρουαρίου, 2012

ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ

    Του Σαράντου Καργάκου

Ιστορικού – Συγγραφέως

     Απέφευγα για λόγους προσωπικής ευαισθησίας (έχουμε κι εμείς βέβαια τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα μας!) ν’ αναφερθώ στο περιβόητο θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων. Ήμουν εξήμισυ ετών όταν ανήμερα σχεδόν του Αγίου Νικολάου του 1943 οι Γερμανοί πηγαίνανε για σκοτωμό τ’ αδέρφια του πατέρα μου. Η μάνα μου λέει πως με κρατούσε από το χέρι. Πέρασε το αυτοκίνητο με τους μελλοθάνατους από μπροστά μας, ο μικρός θείος μου που ήταν δεν ήταν 30 ετών, σήκωσε το χέρι και μας χαιρέτισε μ’ ένα πικρό χαμόγελο.

    Και μετά το αυτοκίνητο χάθηκε σε κάποια στροφή. Τότε για πρώτη φορά άκουσα κι έμαθα τη λέξη εκτέλεση. Κι η λέξη έμεινε άσβηστη στη συνείδησή μου, γιατί έκτοτε είχαμε κι άλλες, κι άλλες πολλές ακόμη εκτελέσεις. Έφευγαν από κοντά μας αγαπημένα πρόσωπα κι ο κόσμος έλεγε: «Τα πήγαν για εκτέλεση»!

    Κάποτε τα δεινά έληξαν και στον τόπο εγκαθιδρύθηκε μια κουτσή και στραβή τάξη. Η οικογένειά μου περνούσε δύσκολες ώρες αφόρητης φτώχειας. Η Κατοχή μάς είχε εξουθενώσει. Κάποιοι δικηγόροι ξεκίνησαν έναν αγώνα για αποζημιώσεις. Μάζευαν υπογραφές από συγγενείς θυμάτων. Υπόσχονταν -αν θυμάμαι καλά- δύο χιλιάδες το «κεφάλι». Πήγαν και στον πατέρα μου να υπογράψει, μα ο φτωχούλης αρνήθηκε με βδελυγμία. «Δεν κοστολογούνται τα κεφάλια των αδελφών μου», είπε. Κι ένιωσε πως ανταπέδιδε με τη φράση αυτή την καλύτερη τιμωρία στην επηρμένη μεταπολεμική Γερμανία, τη Γερμανία του οικονομικού θαύματος, που στηρίχθηκε στην ξένη εργασία και στην αφειδώς παρεχόμενη αμερικανική βοήθεια.

    Αν σ’ όλη αυτή τη μακρά διαδικασία με πληγώνει κάτι, είναι όχι αυτή καθαυτή η εκτέλεση, αλλά η «νομιμότητα» αυτής της εκτέλεσης. Οι γερμανικές αρχές είχαν διακηρύξει πως για κάθε σκοτωμένο Γερμανό θα εκτελούνταν 40 άμαχοι Έλληνες. Ας το σκεφθούμε αυτό: 40 Έλληνες έναντι ενός Γερμανού! Έτσι μας κοστολόγισαν κι έτσι μας κοστολογούν. Ένας Έλληνας είναι υποπολλαπλάσιο του Γερμανού. Αυτό εκφράζει όχι απλώς τη ναζιστική θηριωδία αλλά τη γενικώτερη ευρωπαϊκή νοοτροπία. Γιατί, όπως πολύ σοφά έλεγε ο Ντισραέλι, «μπορεί μια αποικία ν’  απέκτησε ανεξαρτησία, αλλά δεν παύει γι’  αυτό το λόγο να είναι αποικία».

Αν σήμερα οι Γερμανοί δυστροπούν να πληρώσουν την επιδικασθείσα από τα Δικαστήρια αποζημίωση στους μαρτυρικούς κατοίκους του Διστόμου (και όχι μόνον του Διστόμου), δεν το κάνουν μόνο από τσιγκουνιά, το κάνουν για να μας ταπεινώσουν ακόμη μια φορά. αρνούνται υπόσταση στα δικαστήριά μας. Ουσιαστικά δεν αναγνωρίζουν σε μας υπόσταση κράτους. Παραπέμπουν το ζήτημα στον Υπουργό. Αυτός είναι ένας περιδεής εκπρόσωπος της Νέας Τάξης που δεν λογοδοτεί στον ελληνικό λαό αλλά στα Διευθυντήρια των Νέων Καιρών.

    Αυτό που όμως με θλίβει δεν είναι η ψυχική κακομοιριά των κυβερνώντων, είναι το ηθικό κατάντημα κάποιων δημοσιογράφων. Άκουγα ένα μεσημέρι κάποιον ραδιοσχολιαστή που με άκρως περιφρονητική φωνή στιγμάτιζε τη συμπεριφορά των Διστομιτών, επειδή κατέφυγαν στα ασφαλιστικά μέτρα κατά των Γερμανών. Κι έλεγε: «Πού φθάσαμε…»! Έπρεπε να είχε ζήσει τη γερμανική φρίκη της Κατοχής, για να είχε δει το πού φθάνε το κτήνος όταν κυριεύει την ανθρώπινη ψυχή. Τι έκαναν οι κάτοικοι του Διστόμου από το να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη; Μήπως έπρεπε κι αυτοί – κι όχι μόνο αυτοί- να συμπεριφερθούν γερμανικά, δηλαδή να πιάσουν καμμιά πεντακοσαριά Γερμανούς τουρίστες και να τους κρατήσουν ομήρους ή να τους εκτελέσουν; Στα αντίποινα των Γερμανών εμείς δεν απαντήσαμε με αντίποινα. Οι Γερμανοί τιμωρήθηκαν ελάχιστα γι’  αυτά που διέπραξαν στον τόπο μας. Κάλυψαν ένα ελάχιστο μέρος των αποζημιώσεων που όφειλαν. Συνέχισαν τη ναζιστική πολιτική, όχι βέβαια στη γραμμή του Χίτλερ (δεν είναι ακόμη καιρός) αλλά στη γραμμή του Γκαίμπελς. Παραπλάνηση και εξαπάτηση. Και μετά αποθράσυνση. Θα ‘ρθει στιγμή που θα μας ζητήσουν αποζημίωση για τις σφαίρες που ξόδεψαν για να μας… σκοτώσουν.

    Μέρος Δεύτερο

    Το κείμενο που προηγήθηκε είχε γραφτεί προ πολλών ετών για να δημοσιευθεί στην εφημερίδα όπου αρθρογραφούσα επαγγελματικώς. Δεν δημοσιεύθηκε· και σε λίγες ημέρες «εκτελέστηκα» και δημοσιογραφικώς. Μου τράβηξαν το χαλί επιτηδείως κάτω από τα πόδια μου. Τώρα που ήλθαν οι δύσκολοι καιροί και η Γερμανία μάς φόρεσε καπίστρι, πολλοί σταθμοί και πάμπολλα έντυπα μού ζητούν να μιλήσω και να γράψω για τις περιβόητες αποζημιώσεις. Μου ζητήθηκε να μιλήσω και για τις εκτελέσεις. Κι αντιμετώπισα τις λοιδορίες δύο «καναλοκύνων». Αναφερόμουν στην εκτέλεση των συγγενών μου και στην υπέροχη στάση της γιαγιάς μου. Ήμουν μπροστά, όταν ο πατέρας τής ανακοίνωσε την εκτέλεση των δύο παιδιών της, των δύο αδελφών του. Η γιαγιά -βαθιά χριστιανική ψυχή- κατέβασε το μαύρο τσεμπέρι ως τα μάτια και πριν τυλίξει με αυτό το στόμα για να μη βγει κραυγή οδύνης, κατόρθωσε να μουρμουρίσει:

   – Ο θεός να τους συγχωρέσει για το κακό που μου έκαναν!…

    Κι έπειτα κλείστηκε στη βαθιά σιωπή της. Που και που ένα σιγαλό – σαν αγεράκι απαλό-  μοιρολόι.

    Πέρασαν κάποια χρόνια. Ήμουν στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου, την λεγόμενη τότε «Ογδόη». Ο πατέρας έφθασε ένα μεσημέρι ράκος στο σπίτι. Τον είχε επισκεφθεί στο κατάστημα του «Δραγώνα» (Αιόλου 89) ο άνθρωπος που είχε βάλει στη λίστα των μελλοθάνατων τα αδέρφια του. ήταν ετοιμοθάνατος· τον «κουράριζε» στον Άγιο Σάββα, εξάδελφός μου ογκολόγος. Του έμεναν λίγες ημέρες ζωής. Ζήτησε από τον εξάδελφό μου την άδεια να βγει για λίγες ώρες· έπρεπε κάποιον να δει. Και πήγε να βρει τον πατέρα μου. Δεν μπορούσε να ανέβει στον ημιώροφο. Τον ζήτησε και κατέβηκε ο πατέρας. Σαν τον είδε πάνιασε.

   – Ήλθα να πάρω τη συγγνώμη σου, του είπε ο άλλος. Σε λίγες μέρες πεθαίνω…

    Ο πατέρας, βαθιά συγκλονισμένος, μόλις κατόρθωσε να ψελλίσει μία φράση:

    – Να ‘σαι συγχωρεμένος…

    Ανέβηκε γρήγορα τις σκάλες και κλείστηκε στο γραφειάκι που ήταν το λογιστήριο. Δεν ήθελε να τον δει κανείς με δάκρυα στα μάτια. Ήταν ένας μικρόσωμος άνθρωπος με υψηλή περηφάνεια. Μας τα είπε στο σπίτι με αναφιλητά. Ήταν η πρώτη φορά που μάλωσα με τον πατέρα μου. Με τη σκληρότητα της νεανικής ηλικίας πίστευα πως η συγγνώμη σ’  έναν εγκληματία συνιστά αδικία. Σήμερα το ίδιο θα έπραττα κι εγώ, Αυτό δεν σημαίνει πως έκοψα να είμαι Μανιάτης. Αλλά η πείρα μιας μακράς ζωής με εδίδαξε ότι η καλύτερη εκδίκηση είναι η συγγνώμη. Γι’  αυτό συγχωρώ και τον δημοσιογράφο – κάποτε φίλο-  και τα παρασαρκώματα που τον περιστοιχίζουν, που, χωρίς να φορούν την στολή της «Βέρμαχτ», συνεχίζουν με άλλα μέσα το έργο τους.

    Συγχωρώ ακόμη και τους Γερμανούς δημοσιογράφους, τραπεζίτες και πολιτικούς για όσα μας κάνουν. Κι όχι απλώς τους συγχωρώ, αλλά τους ευγνωμονώ. Από τη δική τους αγνώμονα στάση, θα ξεπηδήσει η δική μας ανάταση, η νέα εθνική μας επανάσταση. Όχι κατά των Γερμανών αλλά κατά των υπολειμμάτων του δωσιλογισμού που «κοπροκρατούν» (το ρήμα του Ελύτη) πολιτικά και οικονομικά τη δόλια πατρίδα μας.

    Υ.Γ. Το πρωτότυπο κείμενο είναι δημοσιευμένο σε πολυτονικό

    Πηγή: Αθηναϊκό Ημερολόγιο 2012, Εκδόσεις Φιλιππότη

Κυκλοφόρησε μέσω mail (μας το έστειλε η Λιάνα) , το συναντήσαμε σε διάφορα site και το δημοσιεύουμε:

«ΣΒΗΝΟΥΜΕ ΟΛΑ ΤΑ ΦΩΤΑ !!!! – ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ !!!!
Πότε : Τετάρτη, 1 Φεβρουάριος 2012
Ώρα: από τις 8:00 μ.μ. μέχρι τις 8:30 μ.μ.

Τοποθεσία :  ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΟΧΙ ΣΤΙΣ ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΕΗ

ΟΧΙ ΣΤΑ ΧΑΡΑΤΣΙΑ

ΑΝΤΙΔΡΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΕΝΑ ΔΗΜΟΣΙΟ ΑΓΑΘΟ ΟΠΩΣ ΑΥΤΟ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΜΑΣ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΡΕΥΜΑ ΣΤΑ ΣΠΙΤΙΑ ΜΑΣ.

ΣΤΙΣ 8 ΤΟ ΒΡΑΔΥ, ΤΗΝ ΩΡΑ ΤΩΝ ΕΙΔΗΣΕΩΝ Η ΕΛΛΑΔΑ ΘΑ ΣΤΕΙΛΕΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΗΣ ΜΗΝΥΜΑ.

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ.

Το «απαγόν» ή σβήσιμο είναι άλλη μία μοναδική μορφή διαμαρτυρίας που χρησιμοποίησαν τον Σεπτέμβριο του 2002 οι αργεντινοί καταναλωτές για να ακυρώσουν τις αυξήσεις στο ρεύμα και σε άλλα κοινωνικά αγαθά κοινής ωφέλειας.

Έσβησαν ταυτόχρονα τα φώτα για ένα τέταρτο σε όλη τη χώρα! Τη βύθισαν στο σκοτάδι και ανάγκασαν κυβέρνηση και εταιρείες σε άτακτη υποχώρηση»