Για την Κύπρο, την Ελλάδα, για όλους μας…
27 Μαρτίου, 2013
Καταργούμε και την ελληνική γλώσσα…
10 Ιουλίου, 2012
Γιάννης Σταύρου, Εκκλησσάκι στην Αττική, λάδι σε καμβά
Αναστάτωση και σύγχυση έχει προκληθεί με τη «Νέα Ελληνική Γραμματική» της Ε’ και ΣΤ’ δημοτικού αναφορικά με τα φωνήεντα, τα σύμφωνα και τους φθόγγους.
Ένα καλό κείμενο
6 Φεβρουαρίου, 2012
ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ
Του Σαράντου Καργάκου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Απέφευγα για λόγους προσωπικής ευαισθησίας (έχουμε κι εμείς βέβαια τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα μας!) ν’ αναφερθώ στο περιβόητο θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων. Ήμουν εξήμισυ ετών όταν ανήμερα σχεδόν του Αγίου Νικολάου του 1943 οι Γερμανοί πηγαίνανε για σκοτωμό τ’ αδέρφια του πατέρα μου. Η μάνα μου λέει πως με κρατούσε από το χέρι. Πέρασε το αυτοκίνητο με τους μελλοθάνατους από μπροστά μας, ο μικρός θείος μου που ήταν δεν ήταν 30 ετών, σήκωσε το χέρι και μας χαιρέτισε μ’ ένα πικρό χαμόγελο.
Και μετά το αυτοκίνητο χάθηκε σε κάποια στροφή. Τότε για πρώτη φορά άκουσα κι έμαθα τη λέξη εκτέλεση. Κι η λέξη έμεινε άσβηστη στη συνείδησή μου, γιατί έκτοτε είχαμε κι άλλες, κι άλλες πολλές ακόμη εκτελέσεις. Έφευγαν από κοντά μας αγαπημένα πρόσωπα κι ο κόσμος έλεγε: «Τα πήγαν για εκτέλεση»!
Κάποτε τα δεινά έληξαν και στον τόπο εγκαθιδρύθηκε μια κουτσή και στραβή τάξη. Η οικογένειά μου περνούσε δύσκολες ώρες αφόρητης φτώχειας. Η Κατοχή μάς είχε εξουθενώσει. Κάποιοι δικηγόροι ξεκίνησαν έναν αγώνα για αποζημιώσεις. Μάζευαν υπογραφές από συγγενείς θυμάτων. Υπόσχονταν -αν θυμάμαι καλά- δύο χιλιάδες το «κεφάλι». Πήγαν και στον πατέρα μου να υπογράψει, μα ο φτωχούλης αρνήθηκε με βδελυγμία. «Δεν κοστολογούνται τα κεφάλια των αδελφών μου», είπε. Κι ένιωσε πως ανταπέδιδε με τη φράση αυτή την καλύτερη τιμωρία στην επηρμένη μεταπολεμική Γερμανία, τη Γερμανία του οικονομικού θαύματος, που στηρίχθηκε στην ξένη εργασία και στην αφειδώς παρεχόμενη αμερικανική βοήθεια.
Αν σ’ όλη αυτή τη μακρά διαδικασία με πληγώνει κάτι, είναι όχι αυτή καθαυτή η εκτέλεση, αλλά η «νομιμότητα» αυτής της εκτέλεσης. Οι γερμανικές αρχές είχαν διακηρύξει πως για κάθε σκοτωμένο Γερμανό θα εκτελούνταν 40 άμαχοι Έλληνες. Ας το σκεφθούμε αυτό: 40 Έλληνες έναντι ενός Γερμανού! Έτσι μας κοστολόγισαν κι έτσι μας κοστολογούν. Ένας Έλληνας είναι υποπολλαπλάσιο του Γερμανού. Αυτό εκφράζει όχι απλώς τη ναζιστική θηριωδία αλλά τη γενικώτερη ευρωπαϊκή νοοτροπία. Γιατί, όπως πολύ σοφά έλεγε ο Ντισραέλι, «μπορεί μια αποικία ν’ απέκτησε ανεξαρτησία, αλλά δεν παύει γι’ αυτό το λόγο να είναι αποικία».
Αν σήμερα οι Γερμανοί δυστροπούν να πληρώσουν την επιδικασθείσα από τα Δικαστήρια αποζημίωση στους μαρτυρικούς κατοίκους του Διστόμου (και όχι μόνον του Διστόμου), δεν το κάνουν μόνο από τσιγκουνιά, το κάνουν για να μας ταπεινώσουν ακόμη μια φορά. αρνούνται υπόσταση στα δικαστήριά μας. Ουσιαστικά δεν αναγνωρίζουν σε μας υπόσταση κράτους. Παραπέμπουν το ζήτημα στον Υπουργό. Αυτός είναι ένας περιδεής εκπρόσωπος της Νέας Τάξης που δεν λογοδοτεί στον ελληνικό λαό αλλά στα Διευθυντήρια των Νέων Καιρών.
Αυτό που όμως με θλίβει δεν είναι η ψυχική κακομοιριά των κυβερνώντων, είναι το ηθικό κατάντημα κάποιων δημοσιογράφων. Άκουγα ένα μεσημέρι κάποιον ραδιοσχολιαστή που με άκρως περιφρονητική φωνή στιγμάτιζε τη συμπεριφορά των Διστομιτών, επειδή κατέφυγαν στα ασφαλιστικά μέτρα κατά των Γερμανών. Κι έλεγε: «Πού φθάσαμε…»! Έπρεπε να είχε ζήσει τη γερμανική φρίκη της Κατοχής, για να είχε δει το πού φθάνε το κτήνος όταν κυριεύει την ανθρώπινη ψυχή. Τι έκαναν οι κάτοικοι του Διστόμου από το να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη; Μήπως έπρεπε κι αυτοί – κι όχι μόνο αυτοί- να συμπεριφερθούν γερμανικά, δηλαδή να πιάσουν καμμιά πεντακοσαριά Γερμανούς τουρίστες και να τους κρατήσουν ομήρους ή να τους εκτελέσουν; Στα αντίποινα των Γερμανών εμείς δεν απαντήσαμε με αντίποινα. Οι Γερμανοί τιμωρήθηκαν ελάχιστα γι’ αυτά που διέπραξαν στον τόπο μας. Κάλυψαν ένα ελάχιστο μέρος των αποζημιώσεων που όφειλαν. Συνέχισαν τη ναζιστική πολιτική, όχι βέβαια στη γραμμή του Χίτλερ (δεν είναι ακόμη καιρός) αλλά στη γραμμή του Γκαίμπελς. Παραπλάνηση και εξαπάτηση. Και μετά αποθράσυνση. Θα ‘ρθει στιγμή που θα μας ζητήσουν αποζημίωση για τις σφαίρες που ξόδεψαν για να μας… σκοτώσουν.
Μέρος Δεύτερο
Το κείμενο που προηγήθηκε είχε γραφτεί προ πολλών ετών για να δημοσιευθεί στην εφημερίδα όπου αρθρογραφούσα επαγγελματικώς. Δεν δημοσιεύθηκε· και σε λίγες ημέρες «εκτελέστηκα» και δημοσιογραφικώς. Μου τράβηξαν το χαλί επιτηδείως κάτω από τα πόδια μου. Τώρα που ήλθαν οι δύσκολοι καιροί και η Γερμανία μάς φόρεσε καπίστρι, πολλοί σταθμοί και πάμπολλα έντυπα μού ζητούν να μιλήσω και να γράψω για τις περιβόητες αποζημιώσεις. Μου ζητήθηκε να μιλήσω και για τις εκτελέσεις. Κι αντιμετώπισα τις λοιδορίες δύο «καναλοκύνων». Αναφερόμουν στην εκτέλεση των συγγενών μου και στην υπέροχη στάση της γιαγιάς μου. Ήμουν μπροστά, όταν ο πατέρας τής ανακοίνωσε την εκτέλεση των δύο παιδιών της, των δύο αδελφών του. Η γιαγιά -βαθιά χριστιανική ψυχή- κατέβασε το μαύρο τσεμπέρι ως τα μάτια και πριν τυλίξει με αυτό το στόμα για να μη βγει κραυγή οδύνης, κατόρθωσε να μουρμουρίσει:
– Ο θεός να τους συγχωρέσει για το κακό που μου έκαναν!…
Κι έπειτα κλείστηκε στη βαθιά σιωπή της. Που και που ένα σιγαλό – σαν αγεράκι απαλό- μοιρολόι.
Πέρασαν κάποια χρόνια. Ήμουν στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου, την λεγόμενη τότε «Ογδόη». Ο πατέρας έφθασε ένα μεσημέρι ράκος στο σπίτι. Τον είχε επισκεφθεί στο κατάστημα του «Δραγώνα» (Αιόλου 89) ο άνθρωπος που είχε βάλει στη λίστα των μελλοθάνατων τα αδέρφια του. ήταν ετοιμοθάνατος· τον «κουράριζε» στον Άγιο Σάββα, εξάδελφός μου ογκολόγος. Του έμεναν λίγες ημέρες ζωής. Ζήτησε από τον εξάδελφό μου την άδεια να βγει για λίγες ώρες· έπρεπε κάποιον να δει. Και πήγε να βρει τον πατέρα μου. Δεν μπορούσε να ανέβει στον ημιώροφο. Τον ζήτησε και κατέβηκε ο πατέρας. Σαν τον είδε πάνιασε.
– Ήλθα να πάρω τη συγγνώμη σου, του είπε ο άλλος. Σε λίγες μέρες πεθαίνω…
Ο πατέρας, βαθιά συγκλονισμένος, μόλις κατόρθωσε να ψελλίσει μία φράση:
– Να ‘σαι συγχωρεμένος…
Ανέβηκε γρήγορα τις σκάλες και κλείστηκε στο γραφειάκι που ήταν το λογιστήριο. Δεν ήθελε να τον δει κανείς με δάκρυα στα μάτια. Ήταν ένας μικρόσωμος άνθρωπος με υψηλή περηφάνεια. Μας τα είπε στο σπίτι με αναφιλητά. Ήταν η πρώτη φορά που μάλωσα με τον πατέρα μου. Με τη σκληρότητα της νεανικής ηλικίας πίστευα πως η συγγνώμη σ’ έναν εγκληματία συνιστά αδικία. Σήμερα το ίδιο θα έπραττα κι εγώ, Αυτό δεν σημαίνει πως έκοψα να είμαι Μανιάτης. Αλλά η πείρα μιας μακράς ζωής με εδίδαξε ότι η καλύτερη εκδίκηση είναι η συγγνώμη. Γι’ αυτό συγχωρώ και τον δημοσιογράφο – κάποτε φίλο- και τα παρασαρκώματα που τον περιστοιχίζουν, που, χωρίς να φορούν την στολή της «Βέρμαχτ», συνεχίζουν με άλλα μέσα το έργο τους.
Συγχωρώ ακόμη και τους Γερμανούς δημοσιογράφους, τραπεζίτες και πολιτικούς για όσα μας κάνουν. Κι όχι απλώς τους συγχωρώ, αλλά τους ευγνωμονώ. Από τη δική τους αγνώμονα στάση, θα ξεπηδήσει η δική μας ανάταση, η νέα εθνική μας επανάσταση. Όχι κατά των Γερμανών αλλά κατά των υπολειμμάτων του δωσιλογισμού που «κοπροκρατούν» (το ρήμα του Ελύτη) πολιτικά και οικονομικά τη δόλια πατρίδα μας.
Υ.Γ. Το πρωτότυπο κείμενο είναι δημοσιευμένο σε πολυτονικό
Πηγή: Αθηναϊκό Ημερολόγιο 2012, Εκδόσεις Φιλιππότη
κίνημα για ανοιχτές σχολές στα ελληνικά πανεπιστήμια
13 Σεπτεμβρίου, 2011
Το κίνημα για τις ανοιχτές σχολές στα ελληνικά πανεπιστήμια, που οργανώθηκε αρχικά από ομάδες φοιτητών του Οικονομικού Πανεπιστήμιου Αθηνών (ΑΣΟΕΕ) και τώρα αναπτύσσεται σε πολλές άλλες σχολές, αποτελεί το πιο υγιές αντανακλαστικό της κοινωνίας μας στην πολιτισμική κατρακύλα των τελευταίων δεκαετιών, που τώρα εκδηλώνεται δραματικά με την οικονομική κρίση. Το αληθινά νεανικό, γνήσιο, αυθόρμητο αυτό κίνημα είναι η πιο ουσιαστικά προοδευτική αντίδραση στο αίσχος που μας περιβάλλει, η πιο καθαρή, γλυκειά αχτίδα φωτός μέσα στο σκοτάδι των καιρών μας.
του Απόστολου Δοξιάδη
Αυτόνομες ομάδες νέων ανθρώπων, χωρίς καθοδήγηση από κόμματα, κρατικούς ή πολιτικούς ταγούς, παίρνουν την τύχη τους στα χέρια τους και αποφασίζουν να δράσουν, από κοινού, για να υπερασπιστούν το πραγματικό τους συμφέρον: τη μόρφωση, την πρόοδο και την προκοπή τους. Κι αυτό, μέσα στο βαθύτατα αντιπνευματικό, σκληρά εχθρικό, συχνότατα βάρβαρο περιβάλλον που έθρεψε στα πανεπιστήμια μας, ολόκληρες δεκαετίες, η κομματοκρατία, με όπλα τη βία, τον καταναγκασμό και τη συναλλαγή.
Οι φοιτήτριες και οι φοιτητές που τώρα συσπειρώνονται για να υπερασπιστούν το δικαίωμά τους στη συνεχή, αδιάκοπη, μόρφωση, το δικαίωμα στις συνεχώς ανοιχτές σχολές, υψώνουν το ανάστημά τους, γενναία, απέναντι στις στη βαθιά αντιδραστική στάση κάποιων νεολαιών, και όχι μόνων, κομματικών ή άλλων, που αναπαράγουν τα χειρότερα στοιχεία των σάπιων οργανισμών που τις δημιούργησαν. Αν η κατάντια του τόπου οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο άθλιο πολιτικό σύστημα, και στα κόμματα που το στηρίζουν και το υπηρετούν, η κατάντια των πανεπιστημίων οφείλεται, αντίστοιχα, στις ανίερες προεκτάσεις τους στα πανεπιστήμια, στα πλοκάμια ενός σάπιου πολιτικού συστήματος που θέλουν να πνίξουν κάθε γνήσια πνευματική δραστηριότητα, κάθε δημιουργική σκέψη, είτε μέσω κάποιων κομματικών τους πρακτόρων, κατ’ όνομα μόνο πανεπιστημιακών αρχόντων, είτε μέσω των αναίσθητων και επίορκων ακαδημαϊκών, τάχα δασκάλων, που συναλλάσσονται μαζί τους, είτε μέσω των τυφλών οπαδών τους, των φοιτητοπατέρων, των νεοσσών κομματαρχών, που πατρονάρουν, για ίδιο όφελος. Γιατί είτε οι φορείς που προωθούν το κλείσιμο των σχολών ανοιχτά, είτε κάποιοι άλλοι, που καμώνονται τους ουδέτερους, και χαίρονται σαν τους λύκους στην αναμπουμπούλα, όσοι θέλουν να σταματήσουν την εκπαίδευση στο όνομα της εκπαίδευσης, απεργάζονται το κακό του τόπου, το κακό των νέων μας, το κακό όλων μας.
Ετούτη τη φορά, κόμματα και νεολαίες θέλουν να κλείσουν τις σχολές–ή νίπτουν τας χείρας, μερικοί, το ίδιο κάνει–για να διαμαρτυρηθούν για το νέο νόμο. Άλλοτε τις κλείνουν για άλλους λόγους, κάθε φορά κάποιο πρόσχημα υπάρχει για να γίνει το κακό–τώρα βρήκαν ετούτη την αιτιολογία. Όμως το κίνημα για τις ανοιχτές σχολές ορθά, ορθότατα, δεν παίρνει θέση στο θέμα του νόμου. Άλλοι είναι υπέρ, άλλοι εναντίον, άλλοι ίσως αδιάφοροι, δεν έχει αυτό σημασία. Με σωστό, γνήσια νεανικό ένστικτο αφήνουν την αντιδικία για τον νόμο έξω, πέρα, από το πιο πολύτιμο πράγμα που αποζητούν από τα χρόνια των σπουδών τους: το δικαίωμα στη μάθηση, στη σωστή, συνεχή λειτουργία των πανεπιστημίων τους, των σχολών τους. Κανένας δεν έχει δικαίωμα να τους τη στερεί, κανένας κομματάρχης ή ιδεοληπτικός, κανένας πανεπιστημιακός ή συνδικαλιστής, κανένας φανατικός ή πολιτικάντης.
Τα πανεπιστήμια είναι για να διδάσκουν, μέσα στη συνεχή, ανοιχτή διαδικασία της παιδείας, την πιο όμορφη, την πιο υψηλή εκδήλωση του πνεύματος. Είναι και πρέπει να παραμένουν πάντα ανοιχτά, πάντα ανοιχτά στις ιδέες και στη δουλειά, πάντα ανοιχτά στο πνεύμα και τον πολιτισμό, πάντα ανοιχτά στο διάλογο, που βέβαια περιλαμβάνει και τη διαφωνία, αλλά με τους κανόνες πολιτισμένων ανθρώπων, πάντα ανοιχτά, αλλά πάντα χωρίς βία, πάντα χωρίς καταναγκασμό, πάντα με ανοιχτόκαρδη διάθεση, πάντα, όπως λέει σοφά ο Ανδρέας Εμπειρίκος «δια της αγωνιστικής καλής θελήσεως», πάντα με σεβασμό για την άποψη του άλλου, πάντα και παντού με ανιδιοτέλεια, κατανόηση και καλοσύνη.
Αυτό τα πνεύμα, το τόσο απαραίτητο για τη λειτουργία τους, έχει δυστυχώς πληγεί βίαια τα τελευταία χρόνια, έχει τραυματισθεί βαριά από τις χειρότερες εκφάνσεις της πολιτικής μας ζωής. Νομίζαμε ως τώρα–εγώ τουλάχιστον έτσι νόμιζα–ότι το τραύμα είναι αγιάτρευτο, το κακό ανεπανόρθωτο. Έρχται όμως η ώρα να διαψεσθούμε, οι απαισιόδοξοι. Έρχεται φαίνεται η ώρα να ξεγίνει το κακό, να αναστραφεί η πορεία, να σταματήσει η βαρβαρότητα, να γεννηθεί πάλι η ελπίδα, η ελπίδα ότι αντιστέκεται στη βαρβαρότητα ο αληθινός πολιτισμός, που είναι το πραγματικό νόημα της παιδείας. Κι αυτό όχι με νόμους, όχι με υπουργούς ή νομοθετήματα, όχι με διατάγματα και ντιρεκτίβες, αλλά με την πρωτοβουλία κάποιων νέων ανθρώπων, αληθινά νέων, νέων στο μυαλό και στην ψυχή, που θέλουν να κρατήσουν ανοιχτές τις σχολές τους. Που αγωνίζονται για το καλό.
Όλοι όσοι αγαπούμε αυτό τον τόπο, όλοι όσοι πιστεύουμε στο μέλλον του, πρέπει να υποστηρίξουμε με κάθε τρόπο τα νέα αυτά παιδιά, που ορθώνουν με τη θέληση τους τείχος στο αίσχος που αφήσαμε όλοι μας, τόσα χρόνια, άβουλα, δειλά, να αναπτυχθεί. Πρέπει να συμπαρασταθούμε με κάθε τρόπο στις νέες και τους νέους που ζητούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους στην ελπίδα, στη μόρφωση, στο μέλλον, εδώ και τώρα, πέρα από τις ψυχρές, μαύρες δυνάμεις, που τους θέλουν σκλάβους ετούτου ή του άλλου φανατισμού, αυτού ή του άλλου κόμματος. Είναι το καθήκον όλων μας.
Διεθνής ταπείνωση, συρρίκνωση, εκμηδένιση…
22 Μαρτίου, 2011
Έχει έλθει η στιγμή να απαλλαγούμε οριστικά από αυτή την καταστροφικά διχασμένη ομάδα πολιτικών που μας έχει βυθίσει σε κάτι χειρότερο από τα… «σ…ά» του Στρος-Καν: στην εθνική και τη διεθνή ταπείνωση, τη συρρίκνωση και την εκμηδένιση!
Άρθρο – Παρέμβαση του Βασίλειου Μαρκεζίνη
Μας το έστειλε η Λιάνα…
Όταν, πριν από έναν και πλέον χρόνο, στην ΕΤ1, εκφράζαμε ανησυχίες και προειδοποιήσεις για το Καστελόριζο, κανείς δεν έδωσε σημασία.
Όταν, τον περασμένο Οκτώβριο, στην ΕΤ3, προειδοποιούσαμε για τις τουρκικές αξιώσεις να αποκλειστεί το Καστελόριζο από τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις για το Αιγαίο, οι περισσότεροι, και πάλι, μας αγνόησαν.
Λίγο πρωτύτερα, τον ίδιο μήνα, ενώπιον ενός κοινού 2.500 ατόμων στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία», διατυπώσαμε σοβαρές προειδοποιήσεις για τους κινδύνους που υποβόσκουν στη Θράκη. Αυτή τη φορά, οι προειδοποιήσεις μας εισακούστηκαν και αναπαρήχθησαν από πολυάριθμα ιστολόγια.
Σε ομιλία στην Κρήτη, αλλά και από τις σελίδες της Ναυτεμπορικής, προειδοποιήσαμε επίσης για την επιδεινούμενη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, η οποία, όπως είπαμε –σε μια εποχή όπου η κυβέρνηση προέβλεπε επάνοδο της χώρας μας στις αγορές εντός του 2011 και διατεινόταν ότι είχε υλοποιήσει «κατά 100%» τα όσα είχε αναλάβει να κάνει–, «δεν έχει πιάσει ακόμη πάτο». Προς επίρρωση, μάλιστα, των κυβερνητικών ισχυρισμών, επακολούθησε η δημοσίευση μακράς σειράς δηλώσεων από τους Ευρωπαίους εταίρους, οι οποίοι επαινούσαν τις προσπάθειές της Ελλάδας.
Μετά από έξι μήνες ερωτώ ποιος είχε δίκιο;
Όταν επισημάναμε, τόσο σε ομιλία στη Θεσσαλονίκη όσο και σε ανοιχτή επιστολή προς τον Τύπο, τους κινδύνους που ενέχει η μη διακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ, ως αναγνωρισμένου δικαιώματός μας, οι απόψεις μας έγιναν αντικείμενο μιας πρωτοφανούς εκστρατείας δυσφήμησης από την πλευρά της ομάδας κρατικοδίαιτων πανεπιστημιακών που στηρίζει το υπουργείο Εξωτερικών.
Παρ’ όλα αυτά, τη σταυροφορία μας ήλθαν να την ενισχύσουν οι επιστολές που συνεχίζουμε να λαμβάνουμε καθημερινά από εκατοντάδες συμπατριώτες μας.
Σήμερα, η άκαιρη, ανοργάνωτη και καταφανώς ζημιογόνα επίσκεψη του κ. Νταβούτογλου στην Αθήνα και τη Θράκη έρχεται απλώς να επιβεβαιώσει τους χειρότερους φόβους μας.
Ποτέ δεν σταματήσαμε να εκθειάζουμε την επιστημονική εμβρίθεια του κ. Νταβούτογλου, επισύροντας μάλιστα αρκετές επικρίσεις γι’ αυτή τη στάση μας. Εξάλλου, ούτε προτιθέμεθα να βάλλουμε εναντίον του ούτε και να απομακρυνθούμε –έστω και κατ’ ελάχιστον– από τη μακρόχρονη πεποίθησή μας, ότι η χώρα μας πρέπει να αναπτύξει και να διατηρήσει φιλικές σχέσεις με την Τουρκία. Ερχόμενος στην Ελλάδα, ο κ. Νταβούτογλου έκανε πράγματι το καθήκον του∙ πλην όμως κατά τον πλέον άκομψο δείχνοντας του είδους την αυτοπεποίθηση που αισθάνεται όποιος μιλάει σε κατώτερο!
Από την άλλη πλευρά:
Κατηγορούμε τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών και τους συμβούλους του για την άκαιρη πραγματοποίηση αυτής της επίσκεψης.
Κατηγορούμε τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών, διότι δεν απάντησε, ως όφειλε, στην προκλητική επιχειρηματολογία του κ. Νταβούτογλου ή την έντεχνα επιδειχθείσα υπεροψία που επέδειξε ο Τούρκος υπουργός δημοσίως (αλλά και στο ιδιωτικό του σεμινάριο με τους φίλους του πανεπιστημιακούς), όλα αυτά καθ’ ον χρόνο βρισκόταν σε ελληνικό έδαφος.
Υπενθυμίζουμε, λοιπόν, στους συμπατριώτες μας ότι η επίσκεψη Νταβούτογλου απέδειξε περίτρανα όλα όσα έχουμε πει για τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας και την απολύτως ανεξήγητη ελληνική αδράνεια, την οποία η κυβέρνησή μας επιμένει να περιβάλλει με το μανδύα της αναγκαίας διπλωματικής μυστικότητας.
Αναφορικά με την πρόσφατη συνέντευξη του κ. Ντομινίκ Στρος-Καν, τονίζουμε ότι και αυτή επιβεβαιώνει την άποψή μας ότι οι υποτιθέμενοι «φίλοι» μας στο εξωτερικό έχουν αρχίσει να απαυδούν με εμάς, τους Έλληνες, να μας θεωρούν ανειλικρινείς και ανίκανους, ενώ είναι επίσης προφανές πως δεν θα διστάσουν να μας «αδειάσουν» αμέσως μόλις διασφαλίσουν τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα, για τα οποία και μόνον ενδιαφέρονται.Οι ανωτέρω σκέψεις ουδόλως αλλάζουν εξαιτίας της οργανωμένης θριαμβολογίας μετά τις Βρυξέλλες, μερικές ημέρες μετά την εξίσου ενορχηστρωμένη απαισιοδοξία της προηγούμενης εβδομάδας.
Ο κυνισμός μας δικαιολογείται από τα ακόλουθα γεγονότα: α) Κατά το παρελθόν, πολυάριθμες κυβερνητικές δηλώσεις ή προβλέψεις αποδείχθηκαν εσφαλμένες ή αναληθείς· γιατί τώρα πρέπει να τους πιστέψουμε; β) Δύο από τα αναγγελθέντα μέτρα αναμένονταν, ενώ το τρίτο παραμένει αδιευκρίνιστο. γ) Παραμένουν ως υποχρεώσεις οι προγραμματισμένες ιδιωτικοποιήσεις και εκποιήσεις δημόσιας περιουσίας (με την κωμική προσθήκη ότι αποφασίζονται από εμάς και δεν επιβάλλονται από τους «φίλους» μας). δ) Ουδείς λόγος γίνεται για τα βαρύτατα μέτρα που θα ακολουθήσουν, είτε αυτά ονομαστούν «νέα» είτε θεωρηθούν ως «ήδη επιβληθέντα» αλλά μη εφαρμοσθέντα.
Θα τα αντέξει όλα αυτά το (παλιό ή και νέο) ΠΑΣΟΚ; Θα τα δεχθεί ο κόσμος χωρίς να βγει στους δρόμους; Παρά την τελειοποιημένη επικοινωνιακή του πολιτική, θα βελτιωθούν άραγε οι προοπτικές του κυβερνώντος κόμματος, έστω και με τον αναμενόμενο κυβερνητικό ανασχηματισμό, που μπορεί να μετατρέψει συμβούλους σε υπουργούς ή να περιθωριοποιήσει άλλους;
Ο χρόνος μόνο θα δείξει πόσο θα διαρκέσουν η τεχνητή ευφορία και ο αντίκτυπος των δημοσιευμένων φιλοφρονήσεων (σε αντίθεση με την εν κρυπτώ εκφραζόμενη κακογλωσσιά, στην οποία επιδίδονται και οι δύο πλευρές).
Δεν μπορούμε, λοιπόν, παρά να κλείσουμε τις παρατηρήσεις μας επαναλαμβάνοντας τις προβλέψεις μας: η συλλογική έλλειψη συνεννόησης και η αποδιοργάνωση της κυβέρνησης και το μη λειτουργούν κράτος μάς οδηγούν ταχύτατα σε ακόμη μεγαλύτερες οικονομικές καταστροφές, καθώς και στον εντεινόμενο κίνδυνο η εντεινόμενη οικονομική κακουχία να μεταλλαχθεί σε σοβαρή κοινωνική αναταραχή, την οποία κανένας πολίτης, έστω και ελάχιστα νοήμων, επιθυμεί, αλλά και την οποία όλοι οι διορατικοί Έλληνες βλέπουν αναπόφευκτα να πλησιάζει. Ας το πάρουμε, λοιπόν, απόφαση:
Οι θεοί της Ελλάδας μάς έχουν εγκαταλείψει.
Για να κατευναστούν, θα χρειαστούν «ανθρωποθυσίες».
Και το καταλληλότερο σημείο για να ξεκινήσουμε είναι το υπουργείο Εξωτερικών – απομακρύνοντας πάραυτα τον προϊστάμενό του, προτού αυτός, μαζί με τους πανεπιστημιακούς παρατρεχάμενούς του, μπορέσουν να μας βυθίσουν ακόμη περισσότερο στην καταστροφή, καθώς θα αναπτύσσουν το από καιρό διακηρυσσόμενο «νέο δόγμα» τους περί ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Έλεος!
Χωρίς απώτερες επιδιώξεις, χωρίς βλέψεις αλλά και χωρίς καμία διάθεση συγκατάβασης, ελπίζουμε ειλικρινά ότι οι απλοί Έλληνες πολίτες –περιλαμβανομένων των εκφοβισμένων αλλά και αδρανών μεσαίων τάξεων– θα αφυπνιστούν επιτέλους και θα ανταποκριθούν στις επαναλαμβανόμενες εκκλήσεις μας, ώστε να ανακοπεί η πτώση που πλήττει όλες τις όψεις του δημόσιου βίου μας.
Έχει έλθει η στιγμή να απαλλαγούμε οριστικά από αυτή την καταστροφικά διχασμένη ομάδα πολιτικών που μας έχει βυθίσει σε κάτι χειρότερο από τα… «σ…ά» του Στρος-Καν: στην εθνική και τη διεθνή ταπείνωση, τη συρρίκνωση και την εκμηδένιση!
Πηγή : http://www.epikaira.gr/